Σάββατο 30 Μαΐου 2009

Χειρόγραφα της Κ.Δ. σε δημοπρασία

Από το ιστολόγιο του Roger Pearse πληροφορούμαστε για την πώληση από τον οίκο Sotheby's χειρογράφων της Κ.Δ. Τα περισσότερα από αυτά είναι του 12ου αι. Στη δημοπρασία θα πωληθεί επίσης για λογαριασμό του Westminster College, Cambridge και ο Codex Climaci Rescriptus, ένα χειρόγραφο της Π.Δ. και Κ.Δ. στα αραμαϊκά, συριακά και ελληνικά. Χρονολογείται στον 6ο αι. (το κείμενο που αντιγράφηκε στην Ιουδαία) και στον 9ο αι. (το παλίμψηστο μέρος που αντιγράφηκε στο Μοναστήρι του Σινά κατά πάσα πιθανότητα). Για να διαβάσετε αναλυτική παρουσίαση του κώδικα και της ιστορίας του, πατήστε εδώ.

Ένα νέο βιβλίο για τους νομικούς όρους στην Α΄ Κορινθίους

Κυκλοφορεί ένα νέο βιβλίο στη σειρά Tyche Supplements με θέμα τους νομικούς όρους που χρησιμοποιούνται στην Α΄ Κορινθίους:

Amphilochios Papathomas, Juristische Begriffe im ersten Korintherbrief des Paulus. Eine semantisch-lexikalische Untersuchung auf der Basis der zeitgenössischen griechischen Papyri, TYCHE Supplementband 7, Wien 2009
ISBN: 978-3-85493-165-2
42 ευρώ

Περιγραφή εκδοτικού οίκου
Η μονογραφία έχει ως θέμα της τους πολλούς νομικούς όρους, οι οποίοι απαντούν στην πρώτη επιστολή του αποστόλου Παύλου προς την κοινότητα της Κορίνθου. Ο συγγραφέας καταδεικνύει ότι ο αριθμός αυτών των όρων είναι πολύ μεγαλύτερος από ό,τι συνήθως εκτιμάται. Αυτοί οι όροι απαντούν όχι μόνο σε εκείνα τα τμήματα της επιστολής, όπου γίνεται λόγος για τη συμπεριφορά των Κορίνθιων στη συνάφεια των ποικίλων διαφωνιών τους νομικής φύσης ή άλλων νομικών διαδικασιών, αλλά στο σύνολο της επιστολής. Οι νομικοί όροι αναλύονται συστηματικά με τη βοήθεια των ελληνικών παπύρων και οστράκων. Έτσι καταδεικνύεται η νομική διάσταση του λεξιλογίου της επιστολής, η οποία θα πρέπει να γινόταν αμέσως αντιληπτή από τους αρχαίους χριστιανούς, παραμένει όμως κρυμμένη στο σύγχρονο αναγνώστη. Ο συγγραφέας επίσης πραγματεύεται το ζήτημα της γνώσης εκ μέρους του Παύλου της νομικής ορολογίας της εποχής του καθώς και το πόσο αντλεί ή αποκλίνει από αυτήν. Συχνά ο απόστολος δίνει νέα σημασία σε παλαιούς όρους, εισάγει νέους συνδυασμούς παλαιότερων εννοιών, χρησιμοποιεί επίσης λεξιλόγιο και ιδέες από την εθνική και ιουδαϊκή γραμματεία. Έτσι καταδεικνύεται μέχρι ποιο σημείο η φρασεολογία και οι ιδέες του αντανακλούν την πραγματική νομική πράξη της εποχής του και πόσοι από τους νομικούς όρους της 1 Κορ αποτελούν κατά λέξη δάνεια από τη γλώσσα των δικαστηρίων και περιγράφουν πραγματικές νομικές διαδικασίες και θεσμούς. Παράλληλα διερευνάται ποιες και πόσες νομικές έννοιες χρησιμοποιούνται μεταφορικά και χρησιμεύουν στη μετάδοση στα μέλη της κοινότητας της Κορίνθου και στους χριστιανούς γενικότερα μέσω της γνωστής σε αυτούς νομικής ορολογίας του ουσιαστικού περιεχομένου της νέας πίστης και σημαντικών οδηγιών για την καθημερινή ζωή της πρωτοχριστιανικής κοινότητας. Τέλος τα συμπεράσματα της έρευνας χρησιμοποιούνται για την καλύτερη κατανόηση της ρητορικής του αποστόλου Παύλου.

Βασιλείδης: το έργο και η διδασκαλία του (Α΄μέρος)

(Κύρια πηγή για όσα ακολουθούν είναι η μελέτη του B.A. Pearson, “Basilides ths Gnostic” στο: A. Marjanen / P. Luomanen, A Companion to Second-Century Christian “Heretics” , Brill 2005)

Τα αποσπάσματα από το έργο του Βασιλείδη

Η πληρέστερη συλλογή αποσπασμάτων των έργων του Βασιλείδη έχει γίνει από τον W. Löhr, ο οποίος συγκέντρωσε 19 αποσπάσματα. Από αυτά 7 προέρχονται από τους Στρωματείς του Κλήμεντα, 2 από ομιλίες του Ωριγένη, 10 από τον ίδιο τον Βασιλείδη κι ένα από το έργο του Ηγεμόνιου, Acta Archelai (ένα κείμενο σημαντικό για τη μελέτη του Μανιχαϊσμού). Στο τελευταίο αυτό κείμενο, που σώζεται μόνο στη λατινική του μετάφραση, αναφέρεται ότι πριν από το Μάνη, ο Βασιλείδης ήταν εκείνος που υιοθέτησε τη δυαλιστική διδασκαλία ενός δασκάλου που λεγόταν Σκυθιανός (δεν είναι βέβαιο ότι πρόκειται για υπαρκτό πρόσωπο). Ο Löhr υποστήριξε ότι τα κείμενα του Βασιλείδη που παρατίθενται στο έργο του Ηγεμόνιου προέρχονται από το 13ο βιβλίο των Εξηγητικών του Βασιλείδη και είναι αυθεντικά. Η θέση του έχει δεχθεί ωστόσο κριτική. Είναι πιθανόν μόνο η μία από τις δύο παραθέσεις να ανήκει πραγματικά στο έργο του Βασιλείδη. Αντίθετα τα αποσπάσματα που παραθέτει ο Κλήμης θεωρούνται γενικά αυθεντικά κι από αυτά μπορεί κανείς να καταλήξει σε κάποια συμπεράσματα όσον αφορά στη διδασκαλία του Βασιλείδη.

Η διδασκαλία του Βασιλείδη

Ο Löhr προσπαθεί να υποβαθμίσει το γνωστικό χαρακτήρα της διδασκαλίας του Β. Γι’ αυτόν ο Β. ήταν ένας αρχαίος χριστιανός θεολόγος και ερμηνευτής που επηρεάστηκε από την ελληνική φιλοσοφία, κυρίως τον πλατωνισμό και τον στωικισμό. Ο Layton από την άλλη ακολουθεί εν πολλοίς τη μαρτυρία του Ειρηναίου και τονίζει το γνωστικό χαρακτήρα της διδασκαλίας του. Είναι πολύ πιθανόν η μαρτυρία του Ειρηναίου να στηρίζεται στο χαμένο σήμερα Σύνταγμα του Ιουστίνου, μία δοξογραφία για τις διάφορες αιρέσεις της εποχής του. Ποια όμως είναι σε αυτήν την περίπτωση η πηγή του Ιουστίνου; Σύμφωνα με τον Löhr ήταν κάποιο είδος αποκάλυψης με στοιχεία εσωτερισμού, την οποία κάνει ο αναστημένος Σωτήρας, ή ένα είδος αποκάλυψης σε μορφή διαλόγου. Ο Pearson (2005) προτείνει μία άλλη λύση: μία disputatio ίσως μέσα σε ένα επιστολικό πλαίσιο, σαν αυτό που απαντούμε σε κείμενα του Nag Hammadi, όπως για παράδειγμα στο έργο Επιστολή Ευγνώστου (NHC III,3. V,1).

Θεογονία

Σύμφωνα με τον Ειρηναίο (Κατά αἱρέσεων Ι.24.3) ο B. δίδασκε ότι ο Νους προήλθε από τον άναρχο Πατέρα, ο Λόγος γεννήθηκε στη συνέχεια από αυτόν, από τον Λόγο προήλθε η Φρόνησις, από την Φρόνησι η Σοφία και η Δύναμις. Ο Κλήμης δίνει την πληροφορία ότι ο Β. δίδασκε μία πρωταρχική οκτάδα της οποίας οι δύο τελευταίες μονάδες ήταν η Δικαιοσύνη και η Ειρήνη (Στρωματεῖς 4.162.1). Η πληροφορία αυτή επιβεβαιώνεται κι από ένα απόσπασμα από το κείμενο του Nag Hammadi H μαρτυρία της αλήθειας (NHC IX,3). Στο ίδιο κείμενο το B. παρουσιάζεται ως συνεχιστής του Βαλεντίνου.
Πιθανόν ο Β. δανείστηκε την ιδέα της Ογδοάδος από κάποιο ιουδαιογνωστικό κείμενο στην Αλεξάνδρεια, πολύ πιθανόν από την Επιστολή Ευγνώστου (βλ. R. Grant, REAug 25 [ 1979]. Για την Επιστολή Ευγνώστου βλ. το έργο του Δ. Τρακατέλλη, The Transcedent God of Eugnostos, 1991). Σύμφωνα με το θεολογικό σύστημα του συγκεκριμένου κειμένου η υπερβατική θεότητα ονομάζεται «αγέννητος πατήρ του παντός», «πληρότητα όλων των πληροτήτων» και σε αυτόν ενυπάρχουν ο νους, η έννοια, η ενθύμησις, η φρόνησις, ο λογισμός, η δύναμις και η πρόγνωσις, στο σύνολο οκτώ. Τέσσερις από αυτές τις υποστάσεις (πατήρ, νους, φρόνησις και δύναμις) απαντούν και στον Β. Οι άλλες 4 ίσως είναι αποτέλεσμα του «εκχριστιανισμού» εκ μέρους του ενός προηγούμενου γνωστικού συστήματος. Η ιδέα της ογδοάδος θα μπορούσε επίσης να συνδεθεί με τη σημασία του 8 και της όγδοης ημέρας στην πρώιμη χριστιανική παράδοση (βλ. Επιστολή Βαρνάβα 15).

Παρασκευή 29 Μαΐου 2009

Ιστορία Χρόνων Κ.Δ.: η δεύτερη φάση

Η δεύτερη φάση
Στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, οι οποίες χαρακτηρίζονται από την εκδήλωση κοινωνικών αγώνων και την ανάπτυξη διαφόρων κοινωνικών κινημάτων, η επιστήμη της ιστορίας γενικότερα περνάει μία μεγάλη κρίση ταυτότητας και αμφισβήτησης ακόμη και του επιστημονικού της λόγου. Το ενδιαφέρον στρέφεται κυρίως στις κοινωνικές επιστήμες και πρώτιστα στην κοινωνιολογία, αμφισβητείται η προηγούμενη θετικιστική προσέγγιση του παρελθόντος και η έμφαση στην ιστορία των μεγάλων ανδρών. Αντικείμενο μελέτης τώρα γίνονται οι κοινωνικές δομές και οι διαδικασίες κοινωνικής αλλαγής.
Οι αλλαγές αυτές ήταν φυσικό να επηρεάσουν και την έρευνα της Ιστορίας Χρόνων της Καινής Διαθήκης, η οποία με τη σειρά της στρέφει το ενδιαφέρον της στις κοινωνικές ομάδες και δομές της εποχής της Καινής Διαθήκης. Σε αυτήν τη φάση μπορούμε να διακρίνουμε δύο κύρια στάδια, τα οποία δεν μπορούν ωστόσο να διακριθούν απόλυτα χρονικά μεταξύ τους. Στο πρώτο στάδιο δεν υπάρχει τόσο η εις βάθος μελέτη και ερμηνεία της κοινωνίας της εποχής της Κ.Δ. όσο περισσότερο η περιγραφή διαφόρων κοινωνικών μεγεθών. Χαρακτηριστικά έργα αυτού του σταδίου είναι τα εγχειρίδια των W. Dommershausen, F.F. Bruce και Β. Metzger. Mία σημαντική επίσης εξέλιξη αυτής της φάσης είναι ότι το κέντρο των ακαδημαϊκών εξελίξεων μετατίθεται από τη Γερμανία στις Η.Π.Α. και στην Αυστραλία (μία ανάλογη τάση μετακίνησης από το γερμανόφωνο προς τον αγγλόφωνο ακαδημαϊκό χώρο παρατηρείται γενικότερα στις καινοδιαθηκικές σπουδές αυτής της περιόδου). Πρωτοπόροι σε αυτές τις χώρες αυτήν την εποχή είναι οι Shirley Jackson Case, Edwin Judge, Frederick Grant.
Στη δεκαετία του ’70 και κυρίως του ’80 αρκετοί ερευνητές αρχίζουν να εγκαταλείπουν την απλή κοινωνική περιγραφή και εισάγουν κοινωνικές μεθόδους στον τρόπο εργασίας τους: πρόκειται για τους John Gager, Robert Grant, Abraham Malherbe, Bruce Malina, Wayne Meeks, John Stambaugh. Οι εξελίξεις περνούν γρήγορα και πάλι στη Γερμανία με κύριο εισηγητή και πρωτοπόρο τον καθηγητή του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης Gerd Theißen, ο οποίος εισάγει μοντέλα και κοινωνικές θεωρίες στη μελέτη του αρχέγονου Παλαιστινιακού Χριστιανισμού. Το κλασικό του σήμερα έργο „Soziologie der Jesusbewegung. Ein Beitrag zur Enstehungsgeschichte des Urchristentums“, αλλά και οι μελέτες του για την κοινότητα της Κορίνθου έθεσαν τα θεμέλια για τη μετέπειτα πορεία της έρευνας της Ιστορίας των Χρόνων της Κ.Δ. στη Γερμανία και στην Ευρώπη γενικότερα. Εκπρόσωποι αυτής της νέας τάσης είναι επίσης οι αδελφοί Hartmut και Wolfgang Stegemann, από τους οποίους ο δεύτερος ασχολήθηκε με την κοινωνική ιστορία της εποχής της Κ.Δ. και με το πρόβλημα των φτωχών και ο Thomas Schmeller, ο οποίος ασχολείται με το φαινόμενο των θρησκευτικών και επαγγελματικών συλλόγων του αρχαίου ελληνορωμαϊκού κόσμου.
Aπό εκεί και πέρα οι εξελίξεις στο δεύτερο μισό του 20ου αι. και στις αρχές του 21ου υπήρξαν ραγδαίες, τόσο που να είναι σήμερα αδύνατο να αποκτήσει κανείς μια καθαρή εικόνα για όλες τις τάσεις που εκδηλώνονται στην έρευνα της Ιστορίας της Καινής Διαθήκης. Πρόκειται για μία "τρίτη" φάση, την οποία διάγει ο τομέας της Ιστορίας Χρόνων της Κ.Δ., αν και θα πρέπει και πάλι να τονισθεί ότι αυτή η διάκριση σε τρεις φάσεις είναι εντελώς σχηματική και θα πρέπει να κατανοηθεί περισσότερο ως μέσο οργάνωσης των διαφόρων τάσεων παρά ως μία αυστηρή χρονολογική διάκριση των φάσεων πορείας του κλάδου.

Το νέο τεύχος του JSHJ

Στο νέο τεύχος του Journal for the Study of Historical Jesus 7:2 (2009) δημοσιεύονται τα εξής άρθρα:

Graham H. Twelftree, "Jesus the Baptist", 103-125
O συγγραφέας αποπειράται να δώσει απάντηση σε διάφορα ερωτήματα σχετικά με την πιθανή σύνδεση του Ιησού με το βάπτισμα. Αρχικά υποστηρίζει ότι με το να βαπτισθεί ο Ιησούς έγινε ένας μαθητής και συνεχιστής του Ιωάννη και της δράσης του στην έρημο. Καθώς ο Ιησούς επιβεβαιώνει το έργο του Ιωάννη, το οποίο έχει ως πυρήνα του το βάπτισμα και η ιωάννεια παράδοση μεταφέρει την πληροφορία ότι ο Ιησούς βάπτιζε (Ιω 3,22-23), κάτι το οποίο μπορεί να εξηγήσει το Πρξ 18,24-19,7, είναι πιθανόν ο Ιησούς να υιοθέτησε το βάπτισμα του Ιωάννη, τη διδασκαλία του και κάποια θαυματουργική δραστηριότητα. Μετά τη σύλληψη του Ιωάννη, την οποία ο Ιησούς ερμήνευσε ως ένα γεγονός με εσχατολογική σημασία, ο Ιησούς άρχισε τη δράση του στα χωριά της Γαλιλαίας. Αρχικά κήρυξε μία μελλοντική βασιλεία του Θεού, η οποία ακόμη δεν είχε έρθει και συνέχισε να βαπτίζει. Με τη συνεχώς αυξανόμενη θαυματουργική του δραστηριότητα στη συνέχεια ο Ιησούς δήλωσε ότι αυτή η βασιλεία, τουλάχιστον σε ένα βαθμό, είχε έρθει. Την ίδια στιγμή το βάπτισμα ως προπαρασκευαστική τελετουργία έπαψε να έχει ισχύ.

Pieter F. Craffert, "Jesus' Resurrection in a Social-Scientific Perspective: Is There Anything New to be Said", 126-151
Oι πρόσφατες επισκοπήσεις της έρευνας επιβεβαιώνουν ότι για δεκαετίες η συζήτηση για την ανάσταση του Ιησού επικεντρώθηκε στο ερώτημα κατά πόσο αυτή αναφέρεται σε ένα πραγματικό γεγονός στην ιστορία. Παρά τον όγκο της βιβλιογραφίας δεν έχουν δοθεί πραγματικά νέες απαντήσεις τόσο από εκείνους που υποστηρίζουν όσο κι από εκείνους που απορρίπτουν την πραγματική, σωματική ανάσταση. Μία προσέγγιση του θέματος από την κοινωνικοκριτική οπτική χαρακτηρίζεται ως εκείνη η προσέγγιση η οποία ορίζεται από την ιστορική συνείδηση και τη συνειδητοποίηση ύπαρξης πολλαπλών πολιτισμικών πραγματικοτήτων. Από αυτήν την άποψη τα κείμενα για συναντήσεις σε οράματα εκλαμβάνονται ως αποδείξεις για την πραγματικότητα της ανάστασης του Ιησού ως πολιτισμικού γεγονότος χωρίς όμως να διεκδικούν εφαρμογή και αποδοχή σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι ως μία τέτοια πραγματικότητα θα έπρεπε να εκληφθεί και η ανάσταση του Ιησού. Αυτή η οπτική κατά τη γνώμη του παρέχει ένα εναλλακτικό πλαίσιο κατανόησης της ανάστασης κι επομένως συμβάλλει στην ακαδημαϊκή συζήτηση για την ανάσταση.

Rafael Rodríguez, "Authenticating Criteria: The Use and Misuse of a Critical Method", 152-167
O συγγραφέας αναλύει τις συνηθισμένες χρήσεις και παραχρήσεις των κριτηρίων ιστορικής αυθεντικότητας μέσα στο πλαίσιο της έρευνας για τον ιστορικό Ιησού. Ενώ η γενική αναφορά σε αυτά τα κριτήρια προσδίδει τουλάχιστον μία επίφαση αντικειμενικότητας στην ιστορικριτική έρευνα, στην πράξη τα κριτήρια πρόσφεραν χρήσιμα και σαφή παράθυρα στον τρόπο που οι ερευνητές κατανόησαν το στόχο της ιστορικής αναπαράστασης (δηλ. στην προσωπική τους υποκειμενικότητα). Ο συγγρ. εξετάζει τη σχετική βιβλιογραφία και αμφισβητεί στη συνέχεια τις αναλυτικές συλλήψεις "αυθεντικό" και "μη αυθεντικό" ως σχήματα τα οποία εκ προοιμίου ορίζουν τον προσανατολισμό μίας ιστορικής αποκατάστασης. Υποστηρίζει ότι αυτά τα κριτήρια θα πρέπει να θεωρούνται και να χρησιμοποιούνται ως εργαλεία, τα οποία διευκολύνουν κι επηρεάζουν την ερμηνεία των ιστορικών παραδόσεων κι όχι (μόνο) την αυθεντικότητά τους.

Suzanne Watts Henderson, "Jesus' Messianic Self-Consciousness Revisited: Christology and Community in Contex", 168-197
Στο άρθρο εξετάζεται το ζήτημα της μεσσιανικής αυτοσυνειδησίας του Ιησού υπό το φως της διακήρυξης εκ μέρους του της ερχόμενης βασιλείας του Θεού και η σύνδεσή της και με άλλα ιουδαϊκά κείμενα, τα οποία πιθανόν επηρέασαν ή λειτουργούν ως παράλληλα προς το δικό του αποκαλυπτικό κήρυγμα (Δευτεροησαΐας, Δανιήλ, κείμενα της Νεκράς Θαλάσσης, Ενώχ). Διάφορα στοιχεία που προκύπτουν από τις πηγές των ευαγγελίων οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η δράση του ιστορικού Ιησού ήταν τόσο "μεσσιανική" - δηλ. στενά συνδεδεμένη με την ερχόμενη βασιλεία του Θεού - αλλά και συλλογική - δηλαδή συμπεριλάμβανε και άλλους ως ενεργά μέλη αυτής της βασιλείας. Επιπλέον η κοινωνική διάσταση του μεσσιανικού ρόλου του Ιησού συμφωνεί με τα ιουδαϊκά κείμενα, τα οποία αναλύονται στο παρόν άρθρο, όπου οι επιμέρους μεσσιανικές μορφές σταθερά εμφανίζονται σε δυναμική σχέση προς τους πιστούς, και προσπαθούν να γεφυρώσουν το χάσμα μεταξύ του θεϊκού και του ανθρώπινου κόσμου.

Πέμπτη 28 Μαΐου 2009

Ραδιοφωνική εκπομπή για τον απόστολο Παύλο

Από το ιστολόγιο του Mark Goodacre πληροφορούμαστε για τη ραδιοφωνική εκπομπή σήμερα στο Κανάλι 4 του BBC αφιερωμένη στον απόστολο Παύλο. Σε αυτήν συμμετείχαν οι καθηγητές John Haldane, John Barclay και Helen Bond.
Για να ακούσετε την εκπομπή, πατήστε εδώ.
Για να "κατεβάσετε" το σχετικό αρχείο, πατήστε εδώ.

Βιβλιοκρισίες στη νέα ηλεκτρονική έκδοση του RBL 28/5/2009

Στη νέα ηλεκτρονική έκδοση του Review of Biblical Literature δημοσιεύονται οι εξής βιβλιοκρισίες:

Frédéric Amsler, Albert Frey, Charlotte Touati, and Renée Girardet, eds.
Nouvelles intrigues pseudo-clémentines-Plots in the Pseudo-Clementine Romance: Actes du deuxième colloque international sur la littérature apocryphe chrétienne, Lausanne-Genève, 30 août-2 septembre 2006
Reviewed by Matthew W. Mitchell

Moshe Bar-Asher, Dalit Rom-Shiloni, Emanuel Tov, and Nili Wazana, eds.
Shai le-Sara Japhet: Studies in the Bible, Its Exegesis and Its Language [Hebrew]
Reviewed by Bálint Károly Zabán

A. Philip Brown II and Bryan W. Smith, eds.
A Reader's Hebrew Bible
Reviewed by Hallvard Hagelia

Leonhard Burckhardt, Klaus Seybold, and Jόrgen von Ungern-Sternberg, eds.
Gesetzgebung in antiken Gesellschaften: Israel, Griechenland, Rom
Reviewed by Ernst Axel Knauf

Jaap Dekker
Zion's Rock-Solid Foundations: An Exegetical Study of the Zion Text in Isaiah 28:16
Reviewed by Mαire Byrne

Jason König and Tim Whitmarsh, eds.
Ordering Knowledge in the Roman Empire
Reviewed by Stephan Witetschek

Diana Lipton
Longing for Egypt and Other Unexpected Biblical Tales
Reviewed by Amelia Devin Freedman

Antti Laato and Jacques van Ruiten, eds.
Rewritten Bible Reconsidered: Proceedings of the Conference in Karkku, Finland
Reviewed by Sidnie White Crawford

Bryan M. Litfin
Getting to Know the Church Fathers: An Evangelical Introduction
Reviewed by H. H. Drake Williams III

I. Howard Marshall
A Concise New Testament Theology
Reviewed by Edward J. McMahon II

Scot McKnight and Joseph B. Modica, eds.
Who Do My Opponents Say That I Am? An Investigation of the Accusations against Jesus
Reviewed by V. George Shillington

Chaim Navon
Genesis and Jewish Thought
Reviewed by David M. Maas

V. Henry T. Nguyen
Christian Identity in Corinth: A Comparative Study of 2 Corinthians, Epictetus and Valerius Maximus
Reviewed by Thomas Schmeller

Fabrizio A. Pennacchietti
Three Mirrors for Two Biblical Ladies: Susanna and the Queen of Sheba in the Eyes of Jews, Christians, and Muslims
Reviewed by Carole R. Fontaine

8η Συνάντηση Σεμιναρίου Ορθοδόξου Ερμηνευτικής

Σήμερα, Πέμπτη 28 Μαΐου 2009, λαμβάνει χώρα η όγδοη συνάντηση του Σεμιναρίου Ορθοδόξου Ερμηνευτικής του Τομέα Αγίας Γραφής και Πατερικής Ερμηνείας του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.

ώρα 18:00 στην Αίθουσα Συνεδριάσεων του 4ου ορόφου της Θεολογικής Σχολής

Ομιλητής: π. Ján Zozul'ak (Καθηγητής Πατρολογίας, Κοσμήτορας της Ορθοδόξου Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Prešov, Σλοβακία), "Η ερμηνεία της Αγίας Γραφής κατά τούς Καππαδόκες Πατέρες"

Βιβλιοπαρουσίαση: Η κριτική έκδοση των συγγραμμάτων του Αγ. Νεοφύτου του Εγκλείστου (Κυριάκος Σαμάρας, μετ. φοιτ.)

Tο νέο τεύχος του NTS

Στο νέο τεύχος του New Testament Studies 55:3 (2009) δημοσιεύονται τα εξής άρθρα:

Douglas S. Earl, "'(Bethany) beyond the Jordan': The Significance of a Johannine Motif", 279-294
H φράση "πέραν του Ἰορδάνου" στο κατά Ιωάννην (1,28. 3,26 και 10,40) για μία τοποθεσία η οποία ταυτίζεται στο 1,28 (προβληματικά) με τη Βηθανία. Παρουσιάζεται η σημασία της φράσης και της τοποθεσίας μέσα από τη διερεύνηση πρώτον του κατά πόσο η Βηθανία μπορεί να ταυτισθεί με την Βashan των Μιχ 7,14-15. Ιερ 50,19-20 και Ψα 68 και δεύτερον της σημασίας της "διάβασης του Ιορδάνου" στην Π.Δ. και στο 1 QS. Στο ευαγγέλιο φαίνεται να γίνεται αντιστροφή του παραδοσιακού μοτίβου. Για τον Ιωάννη βρίσκει κανείς τη ζωή εν Χριστώ, όταν διαβεί τον Ιορδάνη πέρα από τον Ισραήλ, στη Βασάν. Η χρήση της φράσης υπαινίσσεται ένα αδιερεύνητο ακόμη σύμβολο στο τέταρτο ευαγγέλιο.

L.L. Welborn, "‘Extraction from the Mortal Site’: Badiou on the Resurrection in Paul", 295-314
Στο άρθρο εξετάζεται η ευρετική δύναμη της θεωρίας του Alain Badiou για τις "διαδικασίες αλήθειας" με σκοπό την κατανόηση του ψυχοκοινωνικού αποτελέσματος του ευαγγελίου του Παύλου στους κατοίκους, τόσο των ανώτερων όσο και των κατώτερων τάξεων, της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας του 1ου αι. Η ανάλυση του Badiou για το "κείμενο κενό" (situated void), γύρω από το οποίο διαμορφώνεται η ύπαρξη, στρέφει την προσοχή σε μορφές του υποκειμένου, που απαντούν στη λογοτεχνία του 1ου αι. και στις οποίες το υποκείμενο "βιώνει το θάνατο" και μέσα από αυτόν γεννιέται ένας νέος, απελευθερωμένος εαυτός. Αυτή η ιδέα αντιπαραβάλλεται προς το κήρυγμα του Παύλου για την ανάσταση. Mία ενυπάρχουσα κριτική της επιμέρους έμφασης του Badiou στην ανάσταση ως παύλειο "γεγονός αλήθειας" γεννά μία υπόθεση, όσον αφορά στην περιγραφή από τον Παύλο του ευαγγελίου του ως "Χριστού εσταυρωμένου" στις μεταγενέστερες επιστολές του: ο Παύλος τόλμησε να κατονομάσει το "κείμενο κενό" γύρω από το οποίο δομείται η ύπαρξη των δούλων με σκοπό να λυτρώσει του καταπιεσμένους, των οποίων οι υπάρξεις βυθίσθηκαν στην αισχύνη εξαιτίες της εκμηδενιστικής δύναμης του σταυρού.

Stephen Chester, "It is No Longer I Who Live: Justification by Faith and Participation in Christ in Martin Luther's Exegesis of Galatians", 315-337

Οι παραδοσιακές προτεσταντικές περιγραφές της θεολογίας του Παύλου συχνά δέχονται κριτική για την αδυναμία τους να συνδέσουν τη δικαίωση εκ πίστεως με τις συμμετοχικές κατηγορίες της σκέψης του Παύλου. Αυτά τα δύο απομακρύνονται το ένα από το άλλο εξαιτίας ριζικών διακρίσεων μεταξύ της δικαίωσης ως μίας εφάπαξ εξωτερικής πράξης και της αναγέννησης ως μίας εσωτερικής διά βίου διαδικασίας. Έτσι ανοίγεται ο δρόμος για τη δικαίωση ως μία νομική σύλληψη. Αντίθετα προς τις διαδεδομένες παρανοήσεις, αυτές οι δυσκολίες δεν ξεκινούν από τον Λούθηρο. Στην ερμηνεία του στον Παύλου ο Λούθηρος συνδέει την πίστη και τη μετοχή εν Χριστώ, εντάσσοντας το ένα μέσα στο άλλο με αποτελεσματικό τρόπο. Στο άρθρο διερευνάται ο τρόπος με τον οποίο ο Λούθηρος το επιτυγχάνει, εκτιμώντας τα ερμηνευτικά συμπεράσματα και τη σημασία τους για τις σύγχρονες προσπάθειες να ερμηνευθεί η παύλεια θεολογία.

George M. Wieland, "Roman Crete and the Letter to Titus", 338-354
H Κρήτη σπάνια λαμβάνεται σοβαρά υπόψιν ως πιθανός πραγκατικός προορισμός της επιστολής προς Τίτον. Οι έρευνες για τη ρωμαϊκή Κρήτη, ωστόσο παρέχουν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα σημεία επαφής με αινιγματικά σημεία της επιστολής. Μορφές της κοινωνικής οργάνωσης στο νησί ανταποκρίνονται προς τις οδηγίες συμπεριφοράς που δίνονται στο Τίτ 2,1-10, οδηγώντας στην υπόθεση ότι αυτό το κείμενο διαμορφώθηκε λαμβάνοντας ειδικά υπόψη αυτό το περιβάλλον. Aσυνήθιστα στοιχεία των κύριων θεολογικών θέσεων στην προς Τίτον αντιστοιχούν σε πλευρές της θρησκείας στην Κρήτη με έναν τέτοιο τρόπο που θα μπορούσαν να εκτιμηθούν ότι είναι εσκεμμένες έμμεσες αναφορές σε αυτές. Αυτή η ταύτιση του προορισμού της επιστολής με την Κρήτη έχει σαφείς επιπτώσεις στον τρόπο κατανόησής της και κυρίως αντίληψής της ως ένα ιεραποστολικό κείμενο.

Susan Doherty, "The Text Form of the OT Citations in Hebrews Chapter 1 and the Implications for the Study of the Septuagint", 355-365
Στο άρθρο παρέχεται μία λεπτομερής διερεύνηση των κειμένων των Ο΄ που συνιστούν τη βάση των επτά παραθέσεων από την Π.Δ. στο Εβρ 1. Στην παρουσίασή του ο συγγραφέας λαμβάνει υπόψη τις σημαντικές ανακαλύψεις χειρογράφων κατά τον 20ο αι. και τις σύγχρονες εξελίξεις στον τομέα των εβδομηκοντολογικών σπουδών. Τα πορίσματά του στη συνέχεια συνδέονται με τη μελέτη της χρήσης της Π.Δ. στην Κ.Δ. γενικότερα και με κάποια σύγχρονα ζητήματα όσον αφορά στη μελέτη των Ο΄, όπως για παράδειγμα η χρήση τους από τον Λουκά. Υποστηρίζει ότι ο συγγραφέας της προς Εβραίους αναπαρήγαγε τα γραφικά κείμενα με πιστότητα έτσι ώστε τώρα αυτοί, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι εσκεμμένα αλλοιώνει τις πηγές του, θα πρέπει να παρουσιάσουν συγκεκριμένα αντεπιχειρήματα.

Matthew Thiesen, "
Hebrews 12.5–13, the Wilderness Period, and Israel's Discipline", 366-379
Καθώς ο συγγραφέας της προς Εβραίους επιστολής τοποθετεί
στα Εβρ 1,3-4,11 και 11,8-39 του αναγνώστες του στην περίοδο της περιπλάνησης του Ισραήλ στην έρημο, η συζήτηση για τα "παιδία" στο 12,5-13 θα μπορούσε να κατανοηθεί υπό το φως των αρχαίων ιουδαϊκών αντιλήψεων για την περίοδο του Ισραήλ στην έρημο. Η επιβεβαίωση ότι αυτή είναι η σωστή συνάφεια, μέσα στην οποία πρέπει να κατανοηθεί το 12,5-13, υπάρχει στο Δευτερονόμιο, στη Σοφία Σολομώντος, στον Φίλωνα και στον Ιώσηπο, στα οποία, όπως και στην προς Εβραίους, η περίοδος στην έρημο θεωρείται ως παιδαγωγική περίοδος αναγκαία για να κληρονομήσει ο Ισραήλ. Γι' αυτόν το λόγο η προς Εβραίους παρουσιάζει τον Ησαύ ως παράδειγμα ανυπάκουου ανθρώπου, ο οποίος εξέπεσε της κληρονομίας της.

Matti Myllykoski, "
Tears of Repentance or Tears of Gratitude? P.Oxy. 4009, the Gospel of Peter and the Western Text of Luke 7.45–49", 380-389
Σε ένα άρθρο που εκδόθηκε νωρίτερα αυτό το έτος (NTS 55:1, 104-115) παρουσιάστηκε μία πλήρης αποκατάσταση της λιγότερο κατανοητής πλευράς του P. Oxy. 4009 (στ. 1-13) και υποστηρίχθηκε ότι αυτό το κείμενο ανήκει στο ευαγγέλιος του Πέτρου. Αυτοί οι 12 στίχοι αποτελούν παράλληλα προς την περικοπή του κατά Λουκάν της αμαρτωλής γυναίκας (Λκ 7,45-49) και καταδεικνύουν ότι το ευαγγέλιο του Πέτρου χρησιμοποίησε χειρόγραφα, τα οποία διασώζουν το δυτικό κείμενο των αρχαιότερων ευαγγελίων. Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό, η παράλειψη στο P. Oxy. 4009 του Λκ 7,47β-48, δεν είναι τυχαίο. Υπάρχουν σοβαρά επιχειρήματα ότι αυτοί οι στίχοι παραλείπονταν και στο πρωτότυπο του κατά Λουκάν.

J.K. Elliot, "Manuscripts Cited by Stephanus", 390-395

Το κείμενο της Αποκάλυψης Πέτρου online

O Mark Goodacre μας πληροφορεί ότι έχει αναρτήσει σε ηλεκτρονική μορφή το κείμενο της Αποκάλυψης Πέτρου, όπως αυτό είναι δημοσιευμένο στο έργο Erich Klostermann (ed.), Apocrypha I: Reste Des Petrusevangeliums, Der Petrus-Apocakalypse und des Kerygmati Petri (Bonn: A. Marcus und E. Weber’s Verlag, 1903): 8-11.

Για να βρεθείτε στη σχετική σελίδα, πατήστε εδώ.

Τετάρτη 27 Μαΐου 2009

Ἀρθρα βιβλικού ενδιαφέροντος στο νέο Tyndale Bulletin

Στο νέο τεύχος του Τyndale Bulletin 60:1 (2009) δημοσιεύονται τα εξής άρθρα βιβλικού ενδιαφέροντος:

Kit Barker, "Divine Illocutions in Psalm 137. A Critique of Nicholas Wolterstorff's 'Second Hermeneutic'", 1-14
Kατά τα τελευταία χρόνια υπάρχει ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον να κατανοηθεί η Γραφή ως θεία επικοινωνία, μία τάση η οποία επανασυνδέει την ακαδημαϊκή μελέτη με τα εκκλησιολογικά ενδιαφέροντα. Όσοι εμπλέκονται στη θεολογική ερμηνευτική αξιοποίησηαν μία σειρά από επιστημονικούς κλάδους προκειμένου να αναπτύξουν και να υποστηρίξουν τις μεθοδολογίες που υιοθέτησαν. Από το χώρο της θεωρίας της επικοινωνίας και των pragmatics χρησιμοποιήθηκε από κάποιους η θεωρία για τις πράξεις λόγου (speech act theory) καθώς παρέχει μία εις βάθος ανάλυση της ανατομίας της επικοινωνίας. Ένα έργο αντιπροσωπευτικό αυτής της τάσης είναι το έργο του Nicholas Wolterstoff, Divine Discourse: Philosophical Reflections on the Claim that God Speaks. Ο συγγραφέας στηρίζεται κυρίως στη θεωρία των πράξεων λόγου και αναπτύσσει ένα μοντέλο δύο ερμηνευτικών φάσεων το οποίο προκύπτει κυρίως από τη θέση του ότι η Γραφή είναι θείος και ανθρώπινος λόγος. Ο συγγραφέας παρουσιάζει κριτικά τις θέσεις του Wolterstoff και μάλιστα στο παράδειγμα ερμηνείας του Ψα 137.

Hetty Lalleman, "Jeremiah, Judgement and Creation", 15-24
Με βάση το έργο της Helga Weippert υποστηρίζεται ότι η ιδέα της δημιουργίας μπορεί να βρεθεί ήδη στον Ιερεμία κι όχι μόνο στα Ησ 40-55. Τα Ιερ 4-5 έχουν παράλληλα στα Γεν 1-2 καθώς επίσης και στο Ιερ 33 και υπάρχει αρκετός χώρος για να υποθέσει κανείς ότι το Ιερ 33 αντιπροσωπεύει μία μετά τον Ιερεμία εξέλιξη, όπως υποστηρίζει και η Weippert. Ο Ιερεμίας χρησιμοποιεί όχι μόνο τη διαθήκη ως πλαίσιο για την εξαγγελία της κρίσης και καταδίκης αλλά και τη δημιουργία.

Robert Simons, "The Magnificat: Cento, Psalm or Imitatio?", 25-46
Οι ερμηνευτές έχουν προ πολλού επισημάνει την έντονη παρουσία λέξεων και θεμάτων της ελληνικής Π.Δ. στον ύμνο της Μαριάμ (Λκ 1,46-55). Διάφορες απόπειρες έγιναν να εξηγηθεί αυτό το φαινόμενο. Κάποιοι υποστήριξαν ότι ο συγκεκριμένος ύμνος είναι ένα είδος cento, κάποιοι άλλοι ότι έχει συνταχθεί έχοντας ως πρότυπο τους ψαλμούς της Π.Δ. Στο άρθρο υποστηρίζεται ότι ο ύμνος είναι ένα παράδειγμα "προσωποποιΐας", ενός φαινομένου γνωστού στο πλαίσιο της ελληνορωμαϊκής ρητορικής παράδοσης και υιοθετεί την τεχνική της imitatio. Για να τεκμηριώσει τη θέση του ο συγγρ. αναλύει διάφορες λεπτομέρειες του συγκεκριμένου ύμνου.

Christopher M. Hays, "Hating Wealth and Wives? An Examination of Discipleship Ethics in the Third Gospel", 47-68
To κατά Λουκάν συχνά συνδυάζει οδηγίες για τον τρόπο που πρέπει να χρησιμοποιείται ο πλούτος με διδασκαλίες για τις σχέσεις μέσα στην οικογένεια, κάποιες φορές υιοθετώντας ένα επικριτικό ύφος. Στο παρόν άρθρο υποστηρίζεται ότι οι διπλές αυτές "εχθρότητες" απέναντι στον πλούτο και την οικογένεια μέσα στο ευαγγέλιο έχουν θεολογικές ρίζες και ειδικότερα στην διδασκαλία του για τη μίμηση του Χριστού και τη διδασκαλία του για την κρίση κατά τα έσχατα. Για να υποστηρίξει τη θέση του και για να χαράξει συγκεκριμένες γραμμής της ηθικής του τρίτου ευαγγελίου, ο
συγγρ. αναλύει τα Λκ 9,57-62. 14,25-35. 17,20-35.

Christoph Stenschke, "Reading First Peter in the Context of Early Christian Mission", 107-126
Στο άρθρο υποστηρίζεται ότι η 1 Πε θα πρέπει να αναγνωσθεί μέσα στο πλαίσιο της αρχαίας χριστιανικής ιεραποστολής. Οι αναγνώστες της 1 Πε έχουν κυρίως εθνικό παρελθόν. Η επιστολή διαβεβαιώνει ότι αυτοί οι εξ εθνών χριστιανοί τώρα κατέχουν το ίδιο status και απολαμβάνουν των ίδιων πνευματικών προνομίων με τον Ισραήλ. Ωστόσο το πολυπόθητο αυτό status προϋποθέτει ότι θα πρέπει να ζήσουν μέσα στον κόσμο ως εξόριστοι και ξένοι. Ως λαός του Θεού έχουν όμως ένα νέο στόχο: να είναι κοινωνοί της πίστης εν Χριστώ τόσο στη συμπεριφορά τους όσο και στο λόγο τους. Η εμπειρία που έχουν κατασυκοφάντησης και διωγμού δε θα πρέπει να θέσει υπό αμφισβήτηση την κλήση τους, αλλά είναι αναπόσπαστο τμήμα της ύπαρξής τους λαού του Θεού μέσα στον κόσμο.

Ένα νέο βιβλίο για τις Acta Alexandrinorum

Από το ιστολόγιo What's New in Papyrology πληροφορούμαστε για δύο βιβλιοκρισίες σε ένα νέο βιβλίο για τις γνωστές Acta Alexandrinorum και για τις μορφές αντίστασης και υποταγής στην κρατική εξουσία στη ρωμαϊκή Αίγυπτο.

A. Harker, Loyalty and dissidence in Roman Egypt; the case of the Acta Alexandrinorum, Cambridge Univ. Press, 2008
ISBN: 978-0-521-88789-2
74 ευρώ

H μία βιβλιοκρισία έχει δημοσιευθεί ηλεκτρονικά στην ιστοσελίδα Sehepunkte (για να τη διαβάσετε, πατήστε εδώ). Η άλλη στο φύλλο της 15ης Μαΐου 2009 του TLS. Επίσης για όσους επιθυμούν να ξεφυλλίσουν το βιβλίο, στη συλλογή του google books παρέχεται περιορισμένη επισκόπηση του βιβλίου (πατήστε εδώ).

Τρίτη 26 Μαΐου 2009

Συμπόσιο προς τιμήν της καθηγήτριας Tessa Rajak

Aπό το ιστολόγιο του David Meadows πληροφορούμαστε για τη διοργάνωση συμποσίου στο University of Reading προς τιμήν της γνωστής καθηγήτριας Tessa Rajak.

"JEWS, CHRISTIANS, GREEKS, ROMANS:
CULTURAL AND RELIGIOUS INTERACTIONS"

25 Iουνίου 2009, 10.00 -18.00, University of Reading, Room 44, Humanities Building

Oμιλητές
PHILIP ALEXANDER, Professor of Post-Biblical Jewish Studies and Co-Director of the Centre for Jewish Studies, University of Manchester. "Did the Rabbinic movement lose the West? Reflections on the fate of Greek-speaking Judaism after 70 CE".
E. GILLIAN CLARK, Professor of Ancient History and Head of Subject (Classics & Ancient History), University of Bristol. "Augustine and the Septuagint".
HANNAH M. COTTON, Shalom Horowitz Professor of Classics, Hebrew University of Jerusalem. "The Conception of Jesus and the Documents from the Judaean Desert".
MARTIN D. GOODMAN, Professor of Jewish Studies and Fellow of Wolfson College, University of Oxford. "Tolerance of Variety within Judaism in the Early Roman empire".
ERICH S. GRUEN, Wood Professor of History Emeritus, University of California at Berkeley. "Perseus as a Multi-Culturalist".
FERGUS G. B. MILLAR, Camden Professor of Ancient History Emeritus, University of Oxford. "Jews and Christians in Late Antique Mesopotamia".
JOHN NORTH, Professor of History Emeritus, UCL, University of London. "Pagan Orthopraxy".
TESSA RAJAK, Professor of Ancient History Emeritus, University of Reading. Moderator of final panel discussion.

Για να διαβάσετε το πρόγραμμα, πατήστε εδώ.

Το συνέδριο για την αρχαιολογία και πολιτική στο Duke University

Στην ιστοσελίδα του Bible and Interpretation έχει αναρτηθεί το άρθρο του Paul V.M. Flesher με σχολιασμό των όσων παρουσιάσθηκαν και συζητήθηκαν στο συνέδριο που έλαβε χώρα τον Απρίλιο στο Duke University ("Archaeology, Politics and the Media: Re-Visioning the Middle East").
Για να διαβάσετε το άρθρο, πατήστε εδώ.
Επίσης μπορείτε να διαβάσετε τις αναρτήσεις στο ιστολόγιο του Cargill (πατήστε εδώ κι εδώ) και να ακούσετε μαγνητοφωνημένες τις διαλέξεις πατώντας εδώ.

Ιστορία Χρόνων Κ.Δ.: η πρώτη φάση

Η πρώτη φάση (μέχρι το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο)

Χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου
α) συγγραφή μεγάλων έργων, όπου παρουσιάζεται η γενικότερη πολιτική, θρησκευτική και κοινωνική κατάσταση
β) το ενδιαφέρον επικεντρώνεται κυρίως στην περιγραφή των βασικών ιστορικών μεγεθών όπως θρησκεία, φιλοσοφικά ρεύματα, ρωμαϊκή διοίκηση, κοινωνικοί θεσμοί και προβάλλεται ο ρόλος συγκεκριμένων ιστορικών προσωπικοτήτων
γ) υπάρχει μία αρκετά δυαλιστική προσέγγιση της εποχής της Κ.Δ. Τα δύο μεγέθη, Ελληνισμός και Ιουδαϊσμός, παρουσιάζονται συχνά ως αντίθετα μεταξύ τους ενίοτε δε και ως αντίπαλες δυνάμεις, ενώ ο Χριστιανισμός, συνδέεται αποκλειστικά με τη μία ή την άλλη πραγματικότητα.
Το τελευταίο αυτό χαρακτηριστικό αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της έρευνας κατά την πρώτη φάση και συνδέεται άμεσα με μία από τις βασικές θέσεις της ιστορικής κριτικής, ότι δηλαδή η κινητήριος δύναμη της ιστορικής πορείας του αρχέγονου χριστιανισμού είναι η αντιπαράθεση ανάμεσα στη διδασκαλία των πρώτων αποστόλων, η οποία συνδέεται με τον Ιουδαϊσμό και στη διδασκαλία του Παύλου, που προσδιορίζεται νε πολλοίς από τον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό. Εκφραστής της πρώτης τάσης σε αυτήν την φάση είναι η γνωστή Θρησκειοϊστορική Σχολή (Religionsgeschichtliche Schule) στο Göttingen. Η πρώτη είχε ως βασική της αρχή ότι η Κ.Δ. πρέπει να ερμηνευτεί κυρίως με βάση ειδωλολατρικές και ελληνιστικές προϋποθέσεις. Το ενδιαφέρον των μελών της επικεντρώνεται στο συγκρητισμό και πόσο αυτός επηρεάζει τον αρχέγονο χριστιανισμό. Εκπρόσωποι της Σχολής είναι οι Hermann Gunkel (εισηγητής της Formgeschichte), Wilhelm Heitmüller, Wilhelm Bousset, Johannes Weiss, Gilles P. Wetter, Rudolf Bultmann, Ernst Troeltsch. Με αυτήν συνδέεται επίσης η έκδοση του εγκυκλοπαιδικού έργου Religion für die Geschichte und Gegenwart. Οι θέσεις της Θρησκειοϊστορικής Σχολής δέχθηκαν αυστηρή κριτική από διάφορους θεολογικούς κύκλους. Θεωρήθηκαν υπεραπλουστευτικές της πολύμορφης ιστορικής πραγματικότητας και υπερβολικές. Συχνά μάλιστα τα πορίσματά της εξυπηρέτησαν ιδεολογικούς σκοπούς στην ταραγμένη περίοδο πριν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και αυτή του Μεσοπολέμου.
Στον αντίποδά της εμφανίζεται η λεγόμενη Wissenschaft des Judentums, που σκοπό έχει να τονίσει την ένταξη του Ιουδαϊσμού στην ευρωπαϊκή κοινωνία.[1] Με αυτό το ρεύμα συνδέεται η έκδοση του μνημειώδους έργου του Paul Billerbeck, Kommentar zum Neuen Testament aus Talmud und Midrash, καθώς και αρκετά άρθρα στο ThWNT.
Παράλληλα επιστήμονες της Καινής Διαθήκης στην Ολλανδία και Γερμανία συγκροτούν το λεγόμενο Corpus Hellenisticum, το οποίο επιθυμεί να ερμηνεύσει τον πρώιμο Χριστιανισμό και την Κ.Δ. μέσα στο πλαίσιο του ελληνιστικού Ιουδαϊσμού. Μέλη αυτού του ερευνητικού προγράμματος, το οποίο συνεχίζει ακόμη και σήμερα τη δράση του ήταν οι Georg Heinrici, Ernst Dobschütz, Hans Windisch, Adolf Deissmann, Herbert Preisker, W. van Unik. Στους νεώτερους εκπροσώπους συγκαταλέγονται οι P. van der Horst, Joachim Jeremias, Eduard Lohse, Gerhard Delling, J.W. van Henten κ.ά.
Μετά το τέλος του Μεγάλου Πολέμου οι εξελίξεις στο θεολογικό χώρο επηρέασαν σημαντικά την πορεία της έρευνας της Ιστορίας των Χρόνων της Κ.Δ. H θεολογία του Μεσοπολέμου δεν ενδιαφέρεται τόσο για κοινωνικοϊστορικά ζητήματα και για το γενικότερο ιστορικοκοινωνικό πλαίσιο της πρώτης εκκλησίας και των κειμένων της Κ.Δ. όσο για την θεολογική υπόσταση του ανθρώπου της εποχής της και πόσο αυτή μπορεί να ορισθεί από τα κείμενα αυτά.[2] Αντί για τον ιστορικό χαρακτήρα τους, τονίζεται η μυστική κυρίως διάσταση των κειμένων. Δεν είναι ίσως τυχαίο ότι οι μαθητές του Bultmann που είχαν το εντονότερο θρησκειοϊστορικό ενδιαφέρον, H. Koester και D. Georgi, συνέχισαν το έργο τους στην Η.Π.Α.

Εγχειρίδια της Ιστορίας Χρόνων Κ.Δ. της περιόδου
Έργα Ιστορίας Χρόνων και μονογραφίες με σχετικά θέματα συνεχίζουν να γράφονται, όμως το ενδιαφέρον έχει υποχωρήσει αισθητά. Στο γερμανόφωνο χώρο με την ιστορία χρόνων ασχολούνται κατά την περίοδο αυτή οι Joseph Felten, C. Schneider, Willy Staerk, H. Preisker, οι οποίοι ουσιαστικά κινούνται μέσα στο γενικότερο κλίμα το οποίο παρουσιάσαμε. Και στον αγγλόφωνο χώρο οι εξελίξεις δεν είναι εντυπωσιακές. Δύο είναι τα σημαντικότερα κέντρα μελέτης με έμφαση ωστόσο κυρίως στην Ιστορία του Αρχέγονου Χριστιανισμού, η Oxford και το Cambridge.[3] Μεταφράζονται κυρίως τα γερμανόφωνα έργα της εποχής και υιοθετούνται οι βασικές θέσεις τους.
Ένα πολύ καλό εγχειρίδιο της εποχής είναι εκείνο του καθηγητή της Π.Δ. στο Παν/μιο του Harvard Robert H. Pfeiffer.[4] Το ενδιαφέρον κι εδώ επικεντρώνεται στον Ιουδαϊσμό, του οποίου ο ρόλος στη διαμόρφωση του αρχέγονου Χριστιανισμού υπογραμμίζεται. Η έρευνα της Ιστορίας των Χρόνων της Κ.Δ. δε φαίνεται ακόμη ώριμη να απεγκλωβισθεί από το δίλημμα που της κληροδότησε η προηγούμενη γενιά. Αυτό διαφαίνεται στα έργα του F. Grant, όπου Ιουδαϊσμός και Ελληνισμός αντιμετωπίζονται ως δύο στεγανά διαχωρισμένες πραγματικότητες ή αργότερα τα έργα των Metzger και Bruce.

[1] Dario Garribba, “La presentazione del Giudaismo del secondo tempio nella storiografia del XX sec.”, RdT 45 (2003), σ. 83.
[2] Εκφραστές της νέας τάσης οι: Karl Barth, Rudolf Bultmann, Friedrich Gogarten κτλ. Την ίδια εποχή η Jesus-Forschung οδηγείται σε αδιέξοδο.
[3] W. Horbury, “British New Testament Study in it International Setting, 1902-2002”, στο έργο του ιδίου, Herodian Judaism and New Testament Study, (WUNT 139), Mohr Siebeck, Tübingen 2006, σσ. 151-152.
[4] Robert H. Pfeiffer, History of New Testament Times with an Introduction to the Apocrypha, Harper, New York 1949.

Ένα νέο βιβλίο για την πολιτική και τη λογοτεχνία στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία


Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Brill ένα νέο βιβλίο για την πολιτική έκφραση μέσα από τα λογοτεχνικά κείμενα των Ρωμαίων συγγραφέων:

W.J. Dominik, J. Garthwaite & P.A. Roche (εκδ.), Writing Politics in Imperial Rome (Brill’s Companions in Classical Studies), Brill 2009
ISBN: 978 90 04 15671 5
EUR 169.-

Περιγραφή εκδοτικού οίκου
H ρωμαϊκή λογοτεχνία είναι από τη φύση της πολιτική ανεξάρτητα από τις ποικίλες συνάφειες παραγωγής της και τους σκοπούς που κάθε φορά εξυπηρετεί. Αυτή η συλλογή μελετών εξετάζει τις στρατηγικές και τεχνικές της πολιτικής γραφής στη Ρώμη μέσα από μία ευρεία γκάμα φιλολογικών κειμένων τα οποία καλύπτουν χρονικά δύο περίπου αιώνες, διαφορετικά πολιτικά συστήματα, κλίματα και περιβάλλοντα. Εφαρμόζεται ένας ορισμός της πολιτικής, ο οποίος είναι περισσότερο συνεπής προς τις σύγχρονες κριτικές προσεγγίσεις από ό,τι συνήθως συμβαίνει με τις μελέτες της πολιτικής λογοτεχνίας της κλασικής αρχαιότητας. Εφαρμόζοντας μία μεγάλη ποικιλία από κριτικές προσεγγίσεις ο τόμος παρέχει στον αναγνώστη όχι μόνο μία ευρύτερη αντίληψη των τεχνικών, στρατηγικών και ενδιαφερόντων της πολιτικής έκφρασης στη Ρώμη αλλά επίσης πολλές νέες προοπτικές των έργων μεμονωμένων συγγραφέων της πρώιμης αυτοκρατορίας και των προαγγέλων τους στην εποχή της Δημοκρατίας.

Διαλέξεις του Thomas Römer για τον Αβραάμ


Από τον Jim West πληροφορούμαστε την ελεύθερη πρόσβαση στο διαδίκτυο των μαγνητοφωνημένων διαλέξεων του καθηγητή της Π.Δ. του Collège de France, Paris, για τον Αβραάμ. Για να βρεθείτε στη σχετική σελίδα, πατήστε εδώ.

Ελεύθερη πρόσβαση σε υπόγειους αρχαιολογικούς χώρους της Ρώμης

Μέσω του Explorator του David Meadows πληροφορούμαστε για ένα δημοσίευμα στους Times του Λονδίνου, στο οποίο γίνεται λόγος για την πρόθεση της αρχαιολογικής υπηρεσίας της Ρώμης να ανοίξει για το κοινό 30 υπόγειους αρχαιολογικούς χώρους ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονται το auditorium του Μαικήνα, το υπόγειο υδραγωγείο Acqua Virgo κτλ.
Για να διαβάσετε το άρθρο των Times, πατήστε εδώ.

Δευτέρα 25 Μαΐου 2009

Νέα άρθρα στο SBL Forum

Στην ηλεκτρονική σελίδα του Forum της Society of Biblical Literature έχουν αναρτηθεί τα εξής άρθρα (πατήστε στον τίτλο για να βρεθείτε σε αυτά):

Robin Gallaher Branch , A Case for Domestic Abuse in 1 Kings 14? A Look at the Marriage of Jeroboam I

Michael F. Bird with Craig Keener , Jack of All Trades and Master of None: The Case for “Generalist” Scholars in Biblical Scholarship

Κυριακή 24 Μαΐου 2009

Ένα νέο βιβλίο για τη θρησκευτική αλλαγή στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία

Από τον εκδοτικό οίκο Brill κυκλοφορεί ο τόμος με τα πρακτικά της 8ης συνάντησης του International Network Impact of Empire (Heidelberg, July 5-7, 2007):

Olivier Hekster, Sebastian Schmidt-Hofner and Christian Witschel (εκδ.), Ritual Dynamics and Religious Change in the Roman Empire. Proceedings of the Eighth Workshop of the International Network Impact of Empire (Heidelberg, July 5-7, 2007), (Impact of Empire 9), Brill 2009
ISBN: 978 90 04 17481 8
€ 121.00
Περίληψη του εκδοτικού οίκου
Aυτός ο τόμος περιέχει τις εισηγήσεις του 8ου εργαστηρίου του διεθνούς δικτύου 'Impact of Empire', το οποίο έχει ως αντικείμενο μελέτης του την ιστορία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και φέρνει κοντά ειδικούς της αρχαίας ιστορίας, της ιστορίας, του ρωμαϊκού νόμου και κλασικούς φιλολόγους από 30 περίπου πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Β. Αμερικής. Ο όγδοος τόμος έχει ως θέμα του την επίδραση που άσκησε η ρωμαϊκή αυτοκρατορία στη θρησκευτική συμπεριφορά με ιδιαίτερο εστιασμό στη δυναμική της τελετουργίας. Ο τόμος χωρίζεται σε τρία μέρη: τελετουργία και αυτοκρατορία, επιτελέσεις της αστικής κοινότητας της αυτοκρατορίας και επιτέλεση της θρησκείας στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία.

Ιστορία Χρόνων της Καινής Διαθήκης: απαρχές

Η μελέτη της ιστορικής εξέλιξης του μαθήματος της Ιστορίας των Χρόνων της Κ.Δ. αποδεικνύει ότι αυτό συνδέεται άμεσα με τη γενικότερη πορεία της θεολογικής επιστήμης αλλά και με την εξέλιξη του ιστορικού κλάδου κατά τα τελευταία 200 περίπου χρόνια. Αυτές οι εξελίξεις με τη σειρά τους συχνά συνδέονται και με την ιστορικοπολιτική πραγματικότητα της ίδιας περιόδου. Με βάση λοιπόν αυτές τις εξελίξεις η πορεία του μαθήματος της Ιστορίας των Χρόνων της Κ.Δ. μπορεί σχηματικά να χωρισθεί σε τρεις κύριες φάσεις.

Απαρχές - φιλοσοφικές / θεωρητικές προϋποθέσεις
Η γέννηση του μαθήματος συνδέεται με τις φιλοσοφικές και επιστημονικές εξελίξεις του δευτέρου μισού του 19ου αι. στην Ευρώπη και ειδικότερα στη Γερμανία, όπου δεσπόζουν οι μορφές δύο μεγάλων φιλοσόφων, του G.W. Hegel και του Leopoldt von Ranke. Οι ιδέες τουςέδωσαν νέα ώθηση στην ιστορική επιστήμη της εποχής και στην ανάπτυξη του λεγόμενου Ιστορικισμού. Ο Ιστορικισμός του 19ου αι. χαρακτηρίζεται από μία θετικιστική προσέγγιση του παρελθόντος: καθετί πραγματικό είναι και λογικό και μπορεί να γίνει κατανοητό με τη βοήθεια της αντικειμενικής παρατήρησης [1].
Η νέα αυτή αντίληψη του ιστορικού γίγνεσθαι επηρέασε και την θεολογική επιστήμη. Ο καθηγητής της Εκκλησιαστικής Ιστορίας στο Παν/μιο της Τυβίγγης Chr. Baur εισήγαγε τη λεγόμενη «ιστορική κριτική». Η ιστορική κριτική ενθάρρυνε την αξιοποίηση των πορισμάτων της ιστορικής επιστήμης στο χώρο της βιβλικής επιστήμης και κυρίως των πορισμάτων της αρχαιολογίας και της επιγραφικής, οι οποίες κατά το τελευταίο τρίτο του 19ου αι. είχαν σημειώσει θεαματική πρόοδο.
Αυτές ήταν οι ιδεολογικές προϋποθέσεις που οδήγησαν στη γέννηση της Ιστορίας των Χρόνων της Καινής Διαθήκης - ή κατά το αρχικό της γερμανικό όνομα Neutestamentliche Zeitgeschichte – ως επιμέρους κλάδου της βιβλικής επιστήμης.

Πατέρας της Ιστορίας των Χρόνων της Κ.Δ. υπήρξε ο καθηγητής Θεολογίας στη Βέρνη και μαθητής του Chr. Baur, Matthias Schneckenburger (1804-1848), ο οποίος έκανε τις πρώτες διαλέξεις Ιστορίας των Χρόνων της Κ.Δ.Οι διαλέξεις αυτές φαίνεται ότι άσκησαν τέτοια επίδραση, ώστε 14 χρόνια μετά το θάνατό του εκδόθηκαν από τον καθηγητή του Πολυτεχνείου Theodor Löhlein. [2] Την έκδοση προλογίζει ο καθηγητής Θεολογίας του Παν/μίου της Χαϊδελβέργης K. B. Hundeshagen, ο οποίος δικαιολογεί την έκδοση του βιβλίου σημειώνοντας ότι το έργο του Schneckenburger χαρακτηρίζεται από τη διεξοδικότητα και την εις βάθος πραγμάτευση του υλικού, την οργανωμένη παρουσίαση και το ενδιαφέρον που έχουν τα θέματα, τα οποία επιλέγει να παρουσιάσει. Πρόκειται πραγματικά για ένα γλαφυρό κείμενο το οποίο δίνει μία γενική εικόνα της πολιτικής, εθιμικής και θρησκευτικής κατάστασης του ελληνορωμαϊκού κόσμου και κυρίως της Παλαιστίνης κατά την εποχή του Χριστού. Το πρώτο τμήμα «Ο ελληνορωμαϊκός κόσμος» κυρίως σε σχέση με την θρησκεία είναι χωρισμένο σε πολλά επιμέρους τμήματα. Το δεύτερο τμήμα «Ιουδαϊσμός», δεν παρουσιάζει μία ανάλογη λεπτομερή διάρθρωση. Διακρίνεται ωστόσο σε τρία βασικά τμήματα: ο Ιουδαϊσμός έξω από την Παλαιστίνη, ο Ιουδαϊσμός στην Παλαιστίνη, Ιστορία του Κράτους και του λαού του Ισραήλ κατά τη ρωμαϊκή περίοδο. Ο εκδότης προσέθεσε στο τέλος ένα παράρτημα με θέμα «τις θρησκευτικές αντιλήψεις των Ιουδαίων κατά την ίδια εποχή». Ο Schneckenburger αποδίδει την τελική εξάπλωση του Χριστιανισμού στην προηγούμενη δραστηριότητα του Ιουδαϊσμού στον αρχαίο κόσμο. Έχει περισσότερο το χαρακτήρα του πανεπιστημιακού εγχειριδίου και χρησιμοποιεί ελάχιστες πηγές.

Σε μία σχετικά διαφορετική κατεύθυνση κινείται το έργο του καθηγητή του Παν/μίου της Χαϊδελβέργης, μαθητή επίσης του Chr. Baur, Adolf Hausrath (1837-1909). Στην περίοδο 1868-1874 εξέδωσε μία τρίτομη «Ιστορία των Χρόνων της Κ.Δ.». και στη συνέχεια μία τετράτομη δεύτερη έκδοση [3]. Στον πρόλογο του έργου δηλώνει ότι σκοπός του είναι «να επανεντάξει την ιστορία των Χρόνων της Κ.Δ. στην ιστορική της συνάφεια, στην οποία αρχικά ανήκε, να την μελετήσει όχι ως προϊόν αλλά μάλλον ως τμήμα μίας ιστορικής διαδικασίας, όπως την έζησαν οι συμπρωταγωνιστές της συνδεδεμένη άμεσα με εντελώς κοσμικά γεγονότα (σ. τόμ. Ι, σ. ΙΧ). Στον πρώτο τόμο ασχολείται με την εποχή του Ιησού, στο δεύτερο με τους πρώτους απόστολους, στον τρίτο με τον Παύλο και στον τέταρτο με τη μεταποστολική εποχή. Πρόκειται για ένα συνδυασμό Ιστορίας Χρόνων της Καινής Διαθήκης και Ιστορίας του Αρχέγονου Χριστιανισμού, όπου ο Hausrauth επιχειρεί να παρουσιάσει τη γένεση του Χριστιανισμού ως μία ιστορική πορεία, που ακολουθεί τους ίδιους κανόνες όπως και κάθε άλλη ιστορική πορεία. Αντίθετα με το έργο του Schneckenburger, το οποίο έχει κυρίως διδακτικό χαρακτήρα, το έργο του Hausrath απευθύνεται κυρίως στους ακαδημαϊκούς. Το έργο του δε φαίνεται να άσκησε μεγάλη επίδραση στο χώρο της έρευνας, σε αντίθεση προς τον επόμενο ερευνητή που ασχολήθηκε με την έρευνα της Ιστορίας των Χρόνων της Κ.Δ., τον Emil Schürer.

O Emil Schürer (1844-1910), καθηγητής στη Λειψία και αργότερα στη Γοττίγγη, εξέδωσε στα 1874 ένα «Εγχειρίδιο της Ιστορίας των Χρόνων της Κ.Δ.»[4] Πρόκειται ουσιαστικά για την αρχική μορφή του γνωστού κλασικού έργου «Ιστορία του Ιουδαϊκού λαού στην εποχή του Ιησού Χριστού», το οποίο δημοσιεύθηκε στη νέα του μορφή για πρώτη φορά το 1886-1890. [5]
Οπαδός κι αυτός της ιστορικής κριτικής την εφάρμοσε με συνέπεια τόσο στην Καινή Διαθήκη όσο και στην ιστορία του αρχέγονου χριστιανισμού. Το έργο του χαρακτηρίζεται από τη μεθοδικότητα, την ευρεία χρήση των πηγών και το βιβλιογραφικό πλούτο. Το νέο στοιχείο, που υπάρχει στο έργο του, είναι η ανάδειξη των ιουδαϊκών καταβολών του Χριστιανισμού και η προβολή των ποικίλων σχέσεών του προς τον αρχέγονο χριστιανισμό. Η αποκλειστική του ενασχόληση με τον Ιουδαϊσμό ήταν αυτή που τον οδήγησε, όπως ο ίδιος σημειώνει, στη μετονομασία του αρχικού εγχειριδίου σε Ιστορία του Ιουδαϊκού λαού. Στον πρώτο τόμο αυτού του τρίτομου έργου ασχολείται με την ιστορία του Ιουδαϊκού λαού από το 175 π.Χ. έως το 135 μ.Χ., στο δεύτερο πραγματεύεται την εσωτερική κατάσταση και στον τρίτο τη Διασπορά και την ιουδαϊκή γραμματεία. Κριτική ασκήθηκε στο έργο του, διότι δεν τονίζεται η υιοθέτηση των ελληνικών στοιχείων από τον Ιουδαϊσμό της εποχής της Κ.Δ., το πρόσωπο του Ιησού αναφέρεται μόνο περιστασιακά (Ι σσ. 442-445) και απουσιάζει η παρουσίαση του θρησκευτικού και εθιμικού περιεχομένου των εξωτερικών εκδηλώσεων της ιουδαϊκής ζωής. Παρά την κριτική όμως και το γεγονός ότι ο Schürer υιοθετεί κάποιες αντιλήψεις για τον Ιουδαϊσμό, οι οποίες σήμερα έχουν εγκαταλειφθεί, όπως για παράδειγμα την αντίληψη ενός μονολιθικού φαρισαϊσμού ή η άποψη ότι ο Παλαιστινιακός Ιουδαϊσμός είναι ιδιαίτερα συντηρητικός σε αντίθεση προς εκείνον της Διασποράς, που διακρίνεται για τις φιλελεύθερές του τάσεις), το έργο του αποτελεί ακόμη και σήμερα σημαντικό εργαλείο για κάθε μελετητή της Κ.Δ. Αυτό άλλωστε επιβεβαιώνει και η βελτιωμένη επανέκδοσή του στα αγγλικά από τους Geza Vermes, Fergus Millar και Matthew Black.

[1] John Burrow, A History of Histories. Epics, Chronicles, Romances and Inquiries from Herodotus and Thucydides to the Twentieth Century, Allen Lane, London 2007, σ. 249-261
[2] Matthias Schneckenburger, Vorlesungen über neutestamentliche Zeitgeschichte. Aus dessen handschriftlichen Nachlass herausgegenen von Dr. Theodor Löhlein, Professor an der polytechnischen Schule zu Karlsruhe. Mit einem Vorwort von Dr. K.B. Hundeshagen, Geh. Kirchenrat und Professor der Theologie zu Heidelberg, H.L. Brönner, Frankfurt a. M. 1862.
[3] H. Hausrath, Neutestamentliche Zeitgeschichte, 3 τόμοι, Heidelberg 1868-1874· 2η έκδοση σε 4 τόμους 1873-1877· 3η έκδοση 1ος τόμος 1879.
[4] E. Schürer, Lehrbuch der neutestamentlichen Zeitgeschichte, Leipzig 1874.
[5]Emil Schürer, Geschichte des jüdischen Volkes im Zeitalter Jesu Christi, Bd. I 1890, II 1886. 3η έκδοση I 1901, II & III 1898, Ευρετήριο 1902

Βιβλιοκρισίες στο Review of Biblical Literature 23/5/2009

Στη νέα ηλεκτρονική έκδοση του Review of Biblical Literature 23/5/2009 έχουν αναρτηθεί οι εξής βιβλιοκρισίες:

Ismo O. Dunderberg
Beyond Gnosticism: Myth, Lifestyle, and Society in the School of Valentinus
Reviewed by Marvin Meyer

Elisabeth Esch-Wermeling
Thekla-Paulusschülerin wider Willen? Strategien der Leserlenkung in den Theklaakten
Reviewed by Richard I. Pervo

Israel Finkelstein and Amihai Mazar; edited by Brian B. Schmidt
The Quest for the Historical Israel: Debating Archaeology and the History of Early Israel
Reviewed by Ralph K. Hawkins

Richard A. Horsley, ed.
In the Shadow of Empire: Reclaiming the Bible as a History of Faithful Resistance
Reviewed by Roland Boer

Tal Ilan, Tamara Or, Dorothea Salzer, Christiane Steuer, and Irina Wandrey, eds.
A Feminist Commentary on the Babylonian Talmud: Introduction and Studies
Reviewed by Joshua Schwartz

Walter C. Kaiser, Darrell L. Bock, and Peter Enns; edited by Kenneth Berding and Jonathan Lunde
Three Views on the New Testament Use of the Old Testament
Reviewed by Stephen Moyise

David Marcus, ed.
Biblia Hebraica Quinta: Ezra and Nehemiah
Reviewed by Andrew Steinmann

Russell Pregeant
Knowing Truth, Doing Good: Engaging New Testament Ethics
Reviewed by M. Eugene Boring

Leo G. Perdue, ed.
Scribes, Sages, and Seers: The Sage in the Eastern Mediterranean World
Reviewed by James L. Crenshaw

Tammi J. Schneider
Mothers of Promise: Women in the Book of Genesis
Reviewed by Ellen White

David Valeta
Lions and Ovens and Visions: A Satirical Reading of Daniel 1-6
Reviewed by Jordan M. Scheetz

H. G. M. Williamson, ed.
Understanding the History of Ancient Israel
Reviewed by Walter Dietrich

Robert W. Yarbrough
1, 2, and 3 John
Reviewed by Tobias Nicklas