Το αυριανό ευαγγελικό ανάγνωσμα προέρχεται από την γνωστή επί του Όρους Ομιλία του Ιησού στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο. Όσον αφορά στη μικροσυνάφειά της, η περικοπή εντάσσεται σε μία ευρύτερη ενότητα, όπου ο Ιησούς διδάσκει για την ελεημοσύνη (6,1-4), την προσευχή (6,5-15), τη νηστεία (6,16-18) και για τους πραγματικούς θησαυρούς (6,19-24).
Η ίδια η περικοπή ουσιαστικά καλύπτει τρία βασικά θέματα: τη συγχώρηση, τη νηστεία και τον αληθινό πλουτισμό.
Η συγχώρηση του συνανθρώπου
Οι στ. 14-15 ουσιαστικά αποτελούν μέρος της σχετικής με την προσευχή ενότητας του 6ου κεφαλαίου και σχολιασμό του τελευταίου αιτήματος της Κυριακής προσευχής (καὶ ἄφες ἡμῖν...). Το κυριακό αυτό λόγιο, το οποίο ουσιαστικά επαναλαμβάνει το ίδιο ακριβώς θέμα μία φορά θετικά και μία αρνητικά, δεν παραδίδεται από τον Λκ στην παράλληλη περικοπή, ενώ μαρτυρείται στο Μκ 11,25-26 σε διαφορετική βέβαια συνάφεια. Ο Μτ το τοποθετεί εδώ, στο τέλος του 5ου αιτήματος της Κυριακής Προσευχής υπογραμμίζοντας τη σημασία της συγχώρησης. Το θέμα της συγχώρησης φαίνεται να απασχολεί τον ευαγγελιστή, γιατί το συναντούμε ξανά στο 18,21εξ. Πολύ πιθανό να αντικατοπτρίζει συζητήσεις και ζητήματα στο εσωτερικό της κοινότητας στην οποία απευθύνεται το κατά Ματθαίον. Το συγκεκριμένο λόγιο θα πρέπει να κατανοηθεί στο πλαίσιο της αρχής της αμοιβαιότητας στις ανθρώπινες σχέσεις και ευεργεσίες που κυριαρχεί στον αρχαίο κόσμο. Ουσιαστικά εδώ υπογραμμίζεται η άμεση σχέση μεταξύ της συγχώρησης των ανθρώπων προς τους συνανθρώπους τους με την άφεση που χαρίζει ο Θεός στους ανθρώπους (βλ. επίσης την πρόσληψη των στ. 13-15 στο Κολ 3,13). Στο κατά Ματθαίον η συγχώρηση αποτελεί χαρακτηριστικό των ανθρώπων της Βασιλείας. Η εντολή του Ιησού στους ταπεινούς και μικρούς της Βασιλείας του Θεού να συγχωρούν ουσιαστικά αντιστρέφει την κοινωνική πυραμίδα, αφού τους αναγνωρίζεται το δικαίωμα της άφεσης που είχαν οι βασιλείς στα βασίλεια εκείνης της εποχής. Όντας μέλη της Βασιλείας του Θεού η δική τους στάση συνδέεται άμεσα με εκείνη του Θεού την οποία μιμούνται.
Η νηστεία
Το δεύτερο θέμα της περικοπής είναι η νηστεία. Όπως και στα δύο προηγούμενα παραδείγματα του 6ου κεφαλαίου κι εδώ παρουσιάζεται ένα αρνητικό παράδειγμα προς αποφυγήν, το οποίο αντιπαραβάλλεται προς την συμπεριφορά που αρμόζει στα μέλη της Βασιλείας του Θεού. Εδώ το αρνητικό παράδειγμα είναι εκείνο των υποκριτών (όμοια όπως και στους στ. 2 και 5, βλ. όμως στον στ. 7, όπου είναι οι εθνικοί). Καθώς αργότερα στο ευαγγέλιο οι υποκριτές ταυτίζονται με τους Φαρισαίους (23,13 εξ.), είναι προφανές ότι εδώ ασκείται κριτική σε μία άνευ ουσίας απολυτοποίηση της νηστείας για την οποία μεταξύ άλλων ασκείται κριτική στα ευαγγέλια (βλ. την παραβολή του Τελώνη και Φαρισαίου). Η ειρωνεία της κριτικής του Ιησού εδώ προς την υποκριτική τήρηση της νηστείας φαίνεται κι από το λογοπαίγνιο με τα ρήματα "ἀφανίζουσιν" (εδώ με την έννοια ότι λερώνουν το πρόσωπο με στάκτες) και "φανῶσιν". Εδώ πρόκειται για την προσωπική νηστεία κι όχι εκείνη των μεγάλων ιουδαϊκών εορτών (βλ. επίσης Λκ 18,12· Διδαχή 8,1). Πρόκειται μάλιστα για τη μοναδική περίπτωση μέσα στην ΚΔ διδασκαλίας για τη νηστεία. Γενικά οι αναφορές σε αυτήν είναι λιγοστές μέσα στην ΚΔ και συνήθως αρνητικές (βλ., για παράδειγμα, την παραβολή του Τελώνου και Φαρισαίου) αν και υπάρχουν και κάποιες, λιγοστές βέβαια, θετικές αναφορές σε αυτήν (κυρίως στις Πράξεις 13,2-3· 14,23). Αργότερα στο Μτ 9,14-15 ο Ιησούς απαντά στο ερώτημα των μαθητών του Ιωάννη ότι οι μαθητές του δεν νηστεύουν, επειδή είναι περίοδος χαράς, αφού έχουν μαζί τους τον νυμφίο κι ότι η νηστεία θα έρθει όταν "ἀπαρθῇ ἀπ' αὐτῶν ὁ νυμφίος" (μία έμμεση αναφορά στην πρακτική της εποχής του ευαγγελίου;). Στο ίδιο πνεύμα εδώ ο Ιησούς τονίζει ότι τα μέλη της Βασιλείας του Θεού δεν θα πρέπει να θεωρούν τη νηστεία αφορμή πένθους και υπερβολικής θλίψης, αλλά θα πρέπει να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να μη φαίνεται ότι νηστεύουν. Ως παλαιοδιαθηκικό υπόβαθρο των συγκεκριμένων λόγων μπορεί να θεωρηθεί το Ησ 58,3-12, όπου γίνεται λόγος για το περιεχόμενο της αληθινής νηστείας. Και στο προφητικό κείμενο απαντούν τα θέματα της προσευχής, της ελεημοσύνης κι η πένθιμη συμπεριφορά και ενδυμασία δεν θεωρούνται ικανοποιητικά στοιχεία της αρεστής από τον Θεό νηστείας.
Ο πραγματικός πλουτισμός
Οι στ. 19-20 αποτελούν την πρώτη τις από τρεις μικρές ενότητες που έχουν ως θέμα τον πραγματικό πλούτο (οι άλλες δύο είναι οι στ. 22-23 και ο στ. 24) στη συνέχεια του κεφ. 6. Και τα τρία έχουν το παράλληλό τους στο Λκ (και στο ευαγγέλιο του Θωμά), όπου όμως δεν απαντούν μαζί. Αυτό βεβαιώνει την υπόθεση ότι ο Μτ συγκέντρωσε διάφορα ανεξάρτητα λόγια, τα οποία κατά τη γνωστή του κι από αλλού συνήθεια οργάνωσε σε μία ενότητα με ένα κοινό θέμα. Η διατύπωση μάλιστα στους στ. 19-21 παραπέμπει στην προφορική παράδοση (επανάληψη της ίδιας εντολής μία φορά αρνητικά και μια φορά θετικά με το ίδιο λεξιλόγιο και την ίδια διατύπωση). Αυτό που εδώ τονίζεται είναι ότι τα επίγεια αγαθά δεν έχουν ουσιαστικά αξία, αφού υπόκεινται στη φθορά ("σής" είναι ο σκόρος και η "βρῶσις" εδώ πρέπει να κατανοηθεί γενικά με την έννοια της φθοράς, βλ. και Ιακ 5,3 όπου η λ. "σητόβρωτα") κι η κτήση τους είναι αβέβαιη εξαιτίας των ληστών και των διαρρηκτών (μία καθημερινή πραγματικότητα στον ελληνορωμαϊκό κόσμο). Η ανοησία όσων επενδύουν σε επίγεια πλούτη παρουσιάζεται και στο Λκ στη γνωστή παραβολή του άφρονα πλουσίου. Αντίθετα τα μέλη της Βασιλείας παροτρύνονται να εξασφαλίσουν θησαυρούς ουράνιους, ένα θέμα συχνό στα ευαγγέλια αλλά και στη ραββινική γραμματεία.
Η περικοπή κλείνει με ένα γνωμικό το οποίο επιστηρίζει τα όσα λέγονται πιο πριν για την ανάγκη πλουτισμού "ἐν οὐρανῷ". Η καρδιά εδώ, η οποία ακολουθεί τον θησαυρό της, ουσιαστικά κατά τη σημιτική αντίληψη δηλώνει ολόκληρο τον κόσμο των σκέψεων, συναισθημάτων και αποφάσεων του ανθρώπου. Το λόγιο, δηλ., στην πραγματικότητα εξηγεί οι μαθητές του Ιησού ως σημείο αναφοράς τους έχουν την ίδια την Βασιλεία του Θεού, σε αυτήν αποβλέπουν κι αυτή καθορίζει τη ζωή τους μέσα στον κόσμο.