Κατά τη συνάντηση της Πέμπτης 26/11/2009 του Σεμιναρίου Ορθοδόξου Ερμηνευτικής Θεολογίας του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του ΑΠΘ οι μεταπτυχιακοί φοιτητές και οι διδάσκοντες στη Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν την πολλή ενδιαφέρουσα διάλεξη του ομότ. καθηγητή της Κ.Δ. του Παν/μίου Johannes Gutenberg-Universität του Mainz, Dieter Zeller.
Στο πρώτο μέρος της διάλεξής του ο καθηγητής παρουσίασε τη δομή της επιστολής και τόνισε ότι αφορμή για τη συγγραφή της δίνουν α) μία γραπτή επιστολή της κοινότητας προς τον απόστολο και β) ακούσματα, φήμες που είχε από ανθρώπους του περιβάλλοντός του ο Παύλος για την κατάσταση στην κοινότητα της Κορίνθου. Έτσι η επιστολή πραγματεύεται μία σειρά θεμάτων θεολογικού και πρακτικού περιεχομένου. Σκοπός του είναι σαφώς η διευθέτηση των προβλημάτων και η αποκατάσταση της ενότητας των μελών της κοινότητας.
Ένα θέμα που απασχόλησε έντονα την έρευνα είναι κατά πόσο η επιστολή έχει μία κεντρική ιδέα γύρω από την οποία αναπτύσσεται ο παύλειος λόγος και κατά πόσο η επιστολή προάγει μία συγκεκριμένη θεολογία. Ο καθ. Zeller παρουσίασε τις θέσεις που διατυπώθηκαν κατά καιρούς, π.χ. ότι το κεντρικό θεολογικό θέμα της επιστολής είναι η εσχατολογία (K. Barth, A.C. Thiselton), το πρόσωπο του Ιησού Χριστού (G. Friedrich) ή τέλος μία θεολογία του σταυρού [Α.Τ. η θέση αυτή και μάλιστα το δίπολο μωρία του σταυρού και σοφία των ανθρώπων, τονίσθηκε στη συζήτηση από τον κ. Χ. Οικονόμου]. Βέβαια όσον αφορά στην τελευταία θα πρέπει να σημειωθεί ότι η λέξη "σταυρός" ή τα παράγωγά της απαντούν μόνο στα δύο πρώτα κεφάλαια της επιστολής. Διαβάζοντας κανείς το 15,3εξ., το οποίο θεωρήθηκε από πολλούς ερμηνευτές το κεντρικό κεφάλαιο της επιστολής, βλέπει ότι το ευαγγέλιο, που κηρύσσει ο Παύλος, δεν είναι μόνο ο λυτρωτικός θάνατος του Ιησού Χριστού αλλά και η ανάστασή του. Έπειτα όσον αφορά στον πρόσωπο του Ιησού Χριστού ως κεντρικού άξονα της επιστολής, θα πρέπει επίσης να παρατηρηθεί ότι στην επιστολή ο Παύλος το θέτει πάντοτε σε άμεση εξάρτηση από το πρόσωπο του Θεού-πατέρα (1 Κορ 3,23. 8,6 κ.ά.). Ο καθηγ. παρέπεμψε στη συνέχεια στην άποψη του H. Schlier ότι το κεντρικό ζήτημα για τον Παύλο είναι να τονίσει την αποστολική παράδοση. Η παράδοση αυτή ωστόσο δεν αντιμετωπίζεται με έναν στατικό τρόπο από τον απόστολο Παύλο, αλλά αντίθετα επικαιροποιείται και δίνει στον απόστολο τα επιχειρήματα που χρειάζεται για να αντιμετωπίσει τα ζητήματα της συγκεκριμένης κοινότητας. Η αποστολική παράδοση για την ανάσταση του Ιησού Χριστού αποκτά έμπρακτη εφαρμογή στη βεβαιότητα της ανάστασης των πιστών. Το γεγονός αυτό πάλι βεβαιώνει ότι το σώμα των πιστών ανήκει στον Χριστό και Θεό-Πατέρα κι αυτό έχει προεκτάσεις στα όσα λέει για την ελευθεριότητα των ηθών. Οπωσδήποτε συμφωνώντας με τον H. Conzelmann η αποστολική παράδοση είναι η βασικότερη πηγή του Παύλου. Δεν είναι ωστόσο η μοναδική. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περικοπή 11,2-16, όπου ο Παύλος επικαλείται χωρία των γραφών, το επιχείρημα της φύσης και τους κανόνες του κοινωνικού περιβάλλοντος, ανατρέχει όμως και στην πρακτική της κοινότητας. Ο Παύλος έχει βαθειά θεολογική σκέψη, που στηρίζεται στο γεγονός του σταυρού και της ανάστασης του Ιησού, το οποίο προσπαθεί να επικαιροποιήσεις λαμβάνοντα υπόψη τις ανάγκες της συγκεκριμένης κοινότητας. Είναι ταυτόχρονα επομένως κι ένας πραγματιστής θεολόγος με πλήρη συνείδηση της κατάστασης, την οποία έχει να αντιμετωπίσει και με σκοπό την διαφύλαξη της ενότητας της κοινότητας. [Α.Τ. στη συζήτηση στη συνέχεια ο καθ. ανέφερε παρόμοια παραδείγματα παύλειας στρατηγικής από άλλες επιστολές του αποστόλου]. Συζητώντας τέλος την έννοια της αγάπης του Θεού ως διήκουσας έννοιας της επιστολής, ο Zeller υπογράμμισε ότι αυτή απουσιάζει από την επιστολή, ενώ απαντά στην προς Ρωμαίους.
Καταλήγοντας ο ομιλητής συμπέρανε ότι είναι δύσκολο να διακρίνουμε ένα συγκεκριμένο θεολογικό μοτίβο ως το κεντρικό μέσα στο κείμενο της επιστολής. Μόνο η σύγκρισή του με τις υπόλοιπες παύλειες επιστολές επιτρέπει την οριοθέτηση των θεολογικών αξόνων της παύλειας σκέψης στη συγκεκριμένη επιστολή.