Διαβάζοντας το εξαιρετικό βιβλίο του Charles W. Hendrick, Many Things in Parables. Jesus and His Modern Critics, 2004 συνάντησα τους εξής χρήσιμους ορισμούς σχετικά με τις διάφορες λογοτεχνικές μορφές που χαρακτηρίζονται μέσα στα ευαγγέλια ως "παραβολές":
Η αφήγηση είναι μία λογοτεχνική μορφή, η οποία αφηγείται μία ιστορία (έχει δηλαδή πλοκή και χαρακτήρες) κι έχει αρχή, μέση και τέλος, π.χ. βλ. τα τρία μέρη της παραβολής του Σπορέως στο κατά Μάρκον: Μκ 4,3 (αρχή) -Μκ 4,4-7 (μέση) - Μκ 4,8 (τέλος)
Η παροιμία είναι ένα σύντομο, πυκνό λόγιο που συνοψίζει κάποια παραδοσιακή σοφή διαπίστωση της κοινότητας. Διατυπώνει αυτό που είναι σαφές και αναγνωρίζεται ως αληθινό, σωστό και πρέπον από αυτούς που συμμετέχουν στη ζωή αυτής της κοινότητας. Συχνά παροιμίες και αφορισμοί συγχέονται, επειδή αυτά τα λόγια έχουν παρόμοια "σφικτή" δομή και πυκνό νόημα.
Ένας αφορισμός είναι μια λακωνική δήλωση σχετικά με μία αρχή ή αντίληψη, η οποία δεν είναι σαφής αμέσως. Ο ακροατής ή αναγνώστης πρέπει να σκεφτεί ποιο είναι το πραγματικό νόημα αυτής της δήλωσης. Ο αφορισμός παρουσιάζεται ως παροιμία, στην πραγματικότητα όμως υπονομεύει την αποδεκτή σοφία της κοινότητας. Συχνά έχει το χαρακτήρα του παράδοξου: βλ. για παράδειγμα τα Λκ 9,60 (ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς), Λκ 6,39 (μήτι δύναται τυφλὸς τυφλὸν ὁδηγῆσαι;), Μτ 10,16 (φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί).
H εικόνα, όπως προδίδει και η λέξη, είναι μία σειρά από λέξεις, οι οποίες περιγράφουν παραστατικά μία εμπειρία των αισθήσεων. Σκοπό έχει να βοηθήσει τον αναγνώστη / ακροατή να έχει μία "οπτική" αντίληψη των όσων διαβάζει. Βλ. για παράδειγμα τις εικόνες που χρησιμοποιεί ο Ιωάννης (ο οποίος τις ονομάζει "παροιμίαι): π.χ. ο καλός ποιμήν και τα πρόβατα, η άμπελος κτλ.
Η αφήγηση είναι μία λογοτεχνική μορφή, η οποία αφηγείται μία ιστορία (έχει δηλαδή πλοκή και χαρακτήρες) κι έχει αρχή, μέση και τέλος, π.χ. βλ. τα τρία μέρη της παραβολής του Σπορέως στο κατά Μάρκον: Μκ 4,3 (αρχή) -Μκ 4,4-7 (μέση) - Μκ 4,8 (τέλος)
Η παροιμία είναι ένα σύντομο, πυκνό λόγιο που συνοψίζει κάποια παραδοσιακή σοφή διαπίστωση της κοινότητας. Διατυπώνει αυτό που είναι σαφές και αναγνωρίζεται ως αληθινό, σωστό και πρέπον από αυτούς που συμμετέχουν στη ζωή αυτής της κοινότητας. Συχνά παροιμίες και αφορισμοί συγχέονται, επειδή αυτά τα λόγια έχουν παρόμοια "σφικτή" δομή και πυκνό νόημα.
Ένας αφορισμός είναι μια λακωνική δήλωση σχετικά με μία αρχή ή αντίληψη, η οποία δεν είναι σαφής αμέσως. Ο ακροατής ή αναγνώστης πρέπει να σκεφτεί ποιο είναι το πραγματικό νόημα αυτής της δήλωσης. Ο αφορισμός παρουσιάζεται ως παροιμία, στην πραγματικότητα όμως υπονομεύει την αποδεκτή σοφία της κοινότητας. Συχνά έχει το χαρακτήρα του παράδοξου: βλ. για παράδειγμα τα Λκ 9,60 (ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς), Λκ 6,39 (μήτι δύναται τυφλὸς τυφλὸν ὁδηγῆσαι;), Μτ 10,16 (φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί).
H εικόνα, όπως προδίδει και η λέξη, είναι μία σειρά από λέξεις, οι οποίες περιγράφουν παραστατικά μία εμπειρία των αισθήσεων. Σκοπό έχει να βοηθήσει τον αναγνώστη / ακροατή να έχει μία "οπτική" αντίληψη των όσων διαβάζει. Βλ. για παράδειγμα τις εικόνες που χρησιμοποιεί ο Ιωάννης (ο οποίος τις ονομάζει "παροιμίαι): π.χ. ο καλός ποιμήν και τα πρόβατα, η άμπελος κτλ.