Κείμενα που ασχολούνται με μεθοδολογικά ζητήματα, που παρουσιάζουν την ιστορία της έρευνας μέχρι σήμερα ή τις σύγχρονες τάσεις σε αυτήν είναι πάντα ευπρόσδεκτα και αναμφισβήτητα ωφέλιμα. Ένα τέτοιο κείμενο σαφές και κατατοπιστικό είναι και το άρθρο του καθ. της Κ.Δ. στο Πανεπιστήμιο της Βόννης, Günter Röhser, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο ThZ 64:3 (2008) 271-293. Φέρει τον τίτλο „Von der Welt hinter dem Text zur Welt vor dem Text“ και στόχο έχει να παρουσιάσει τις νέες τάσεις στην ερμηνευτική. Σε αυτές το ενδιαφέρον μετατίθεται από τον κόσμο πίσω από το κείμενο σε εκείνον μπροστά από αυτό, από την ιστορική-διαχρονική προσέγγιση του κειμένου στη συνολική-συγχρονική.
Σημειώνουμε στην παρούσα ανάρτηση μερικά από τα κεντρικά σημεία αυτού του άρθρου, που θεωρούμε διαφωτιστικά:
Διάκριση διαχρονίας / συγχρονίας
Οι διαχρονικές μέθοδοι εξετάζουν το κείμενο από απόψεως της δημιουργίας του (προφορική παράδοση, επεξεργασία γραπτών παραδόσεων, πηγές, παραδόσεις). Αντιλαμβάνονται δηλ. το κείμενο ως το αποτέλεσμα μίας μεγάλης εξέλιξης.
Οι συγχρονικές μέθοδοι εξετάζουν το κείμενο στην παρούσα του μορφή (περιγραφή των φαινομένων του κειμένου). Παρατηρούν δηλαδή το κείμενο ως δομή και στοιχείο επικοινωνίας.
Υφίσταται το ερώτημα της σχέσης των δύο τάσεων, το οποίο ακόμη δεν έχει επαρκώς απαντηθεί: είναι συμπληρωματικές η μία προς την άλλη ή μπορούν να ιεραρχηθούν;
Διάκριση ιστορικού / συνολικού
Σαφώς η έννοια «ιστορικό» συνδέεται με τη διαχρονία. Όμως και μία συγχρονική ερμηνεία μπορεί επίσης να είναι «ιστορική». Το κείμενο ως στοιχείο επικοινωνίας είναι ένα ιστορικό μέγεθος, έχει μία πρόθεση, η οποία ενεργοποιείται σε ένα ιστορικό επίπεδο (την εποχή σύνταξης του κειμένου ή και αργότερα) και σε ένα παροντικό επίπεδο => ένα κείμενο είναι πάντα συγχρονικό όσον αφορά στους αναγνώστες του.
Η έννοια «συνολικό» παραπέμπει α) στις συναισθηματικές, δημιουργικές και κοινωνικές μεθόδους βιβλικής ερμηνείας (π.χ. διαδραστική ερμηνεία, με βάση την ψυχολογία του βάθους κτλ.) και β) στην «ολιστική» ερμηνεία του κειμένου.
Αιτίες για την ανάπτυξη των νέων τάσεων στην ερμηνευτική
Ο Röhser κατονομάζει τρεις βασικές ομάδες αιτίων που οδήγησαν σε αυτήν τη στροφή:
α) Επιστημονικοί λόγοι: οι κλασικές μέθοδοι της ιστορικοκριτικής ερμηνείας έχουν ως ένα σημείο οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Η εφαρμογή της φιλολογικής κριτικής, της ιστορίας των μορφών και παραδόσεων καθώς και της κριτικής παραδόσεων οδήγησαν στη διαπίστωση ότι αυτές οι μέθοδοι μάλλον απομακρύνουν από το κείμενο παρά οδηγούν στην ερμηνεία του. Προσανατολίζονται στην εξέλιξη του κειμένου κι όχι στο κείμενο ως φιλολογικό και δομημένο μέγεθος. Μία νέα κατεύθυνση στην έρευνα διαπιστώνεται με την εφαρμογή της Redaktionskritik και στη συνέχεια με την επιστήμη της λογοτεχνίας και τη δομική γλωσσολογία (αρχικά στην Π.Δ. με τον W. Richter και στη συνέχεια στην Κ.Δ. με τον K. Berger).
β) Γενικότεροι θεολογικοί λόγοι: Ο R. Τοποθετεί τις απαρχές του νέου προσανατολισμού στην έρευνα στα 1940 στον αγγλοαμερικανικό βιβλικό χώρο και μάλιστα σε σχέση με τη διαλεκτική θεολογία, η οποία τόνισε την ανάγκη σύνδεσης της πίστης με την Αγία Γραφή και μάλιστα με το σύνολό της (Π.Δ. και Κ.Δ.). Ο R. αναφέρει επίσης το ρόλο που διαδραμάτισε στις νεότερες εξελίξεις η έρευνα στις ΗΠΑ. Εντοπίζει δύο τάσεις: από τη μία οι νεότερες και προοδευτικές τάσεις στη βιβλική ερμηνεία (new literary criticism, narrative criticism, canonical criticism, rhetoricall criticism, φεμινιστική ερμηνεία, reader response criticism, cultural studies) και από την άλλη συντηρητικές και περισσότερο επηρεασμένες από το συστηματικό τομέα τάσεις (βλ. π.χ. τον B.S. Childs). Στις γενικές θεολογικές αιτίες ο R. συγκαταλέγει τον χριστιανικό-ιουδαϊκό διάλογο και τα ερεθίσματα που δέχθηκε η χριστιανική ερμηνευτική από την ιουδαϊκή.
γ) Διεπιστημονικοί λόγοι. Ερεθίσματα που δέχθηκε η βιβλική ερμηνευτική από τις μη θεολογικές επιστήμες. Κατά την εκτίμηση του R. αυτοί οι λόγοι υπήρξαν σημαντικότεροι από ό,τι οι θεολογικοί. Η λεγόμενη «γλωσσολογική στροφή» (linguistic turn) εφαρμόστηκε αρχικά στη φιλολογική επιστήμη και στη συνέχεια άρχισε να επηρεάζει και τις υπόλοιπες ανθρωπιστικές σπουδές (κοινωνιολογία, ανθρωπολογία, εθνολογία, ψυχολογία).
Με τις επιμέρους συγχρονικές τάσεις, όπως τις παρουσιάζει ο R. θα ασχοληθούμε σε επόμενη ανάρτηση.
Σημειώνουμε στην παρούσα ανάρτηση μερικά από τα κεντρικά σημεία αυτού του άρθρου, που θεωρούμε διαφωτιστικά:
Διάκριση διαχρονίας / συγχρονίας
Οι διαχρονικές μέθοδοι εξετάζουν το κείμενο από απόψεως της δημιουργίας του (προφορική παράδοση, επεξεργασία γραπτών παραδόσεων, πηγές, παραδόσεις). Αντιλαμβάνονται δηλ. το κείμενο ως το αποτέλεσμα μίας μεγάλης εξέλιξης.
Οι συγχρονικές μέθοδοι εξετάζουν το κείμενο στην παρούσα του μορφή (περιγραφή των φαινομένων του κειμένου). Παρατηρούν δηλαδή το κείμενο ως δομή και στοιχείο επικοινωνίας.
Υφίσταται το ερώτημα της σχέσης των δύο τάσεων, το οποίο ακόμη δεν έχει επαρκώς απαντηθεί: είναι συμπληρωματικές η μία προς την άλλη ή μπορούν να ιεραρχηθούν;
Διάκριση ιστορικού / συνολικού
Σαφώς η έννοια «ιστορικό» συνδέεται με τη διαχρονία. Όμως και μία συγχρονική ερμηνεία μπορεί επίσης να είναι «ιστορική». Το κείμενο ως στοιχείο επικοινωνίας είναι ένα ιστορικό μέγεθος, έχει μία πρόθεση, η οποία ενεργοποιείται σε ένα ιστορικό επίπεδο (την εποχή σύνταξης του κειμένου ή και αργότερα) και σε ένα παροντικό επίπεδο => ένα κείμενο είναι πάντα συγχρονικό όσον αφορά στους αναγνώστες του.
Η έννοια «συνολικό» παραπέμπει α) στις συναισθηματικές, δημιουργικές και κοινωνικές μεθόδους βιβλικής ερμηνείας (π.χ. διαδραστική ερμηνεία, με βάση την ψυχολογία του βάθους κτλ.) και β) στην «ολιστική» ερμηνεία του κειμένου.
Αιτίες για την ανάπτυξη των νέων τάσεων στην ερμηνευτική
Ο Röhser κατονομάζει τρεις βασικές ομάδες αιτίων που οδήγησαν σε αυτήν τη στροφή:
α) Επιστημονικοί λόγοι: οι κλασικές μέθοδοι της ιστορικοκριτικής ερμηνείας έχουν ως ένα σημείο οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Η εφαρμογή της φιλολογικής κριτικής, της ιστορίας των μορφών και παραδόσεων καθώς και της κριτικής παραδόσεων οδήγησαν στη διαπίστωση ότι αυτές οι μέθοδοι μάλλον απομακρύνουν από το κείμενο παρά οδηγούν στην ερμηνεία του. Προσανατολίζονται στην εξέλιξη του κειμένου κι όχι στο κείμενο ως φιλολογικό και δομημένο μέγεθος. Μία νέα κατεύθυνση στην έρευνα διαπιστώνεται με την εφαρμογή της Redaktionskritik και στη συνέχεια με την επιστήμη της λογοτεχνίας και τη δομική γλωσσολογία (αρχικά στην Π.Δ. με τον W. Richter και στη συνέχεια στην Κ.Δ. με τον K. Berger).
β) Γενικότεροι θεολογικοί λόγοι: Ο R. Τοποθετεί τις απαρχές του νέου προσανατολισμού στην έρευνα στα 1940 στον αγγλοαμερικανικό βιβλικό χώρο και μάλιστα σε σχέση με τη διαλεκτική θεολογία, η οποία τόνισε την ανάγκη σύνδεσης της πίστης με την Αγία Γραφή και μάλιστα με το σύνολό της (Π.Δ. και Κ.Δ.). Ο R. αναφέρει επίσης το ρόλο που διαδραμάτισε στις νεότερες εξελίξεις η έρευνα στις ΗΠΑ. Εντοπίζει δύο τάσεις: από τη μία οι νεότερες και προοδευτικές τάσεις στη βιβλική ερμηνεία (new literary criticism, narrative criticism, canonical criticism, rhetoricall criticism, φεμινιστική ερμηνεία, reader response criticism, cultural studies) και από την άλλη συντηρητικές και περισσότερο επηρεασμένες από το συστηματικό τομέα τάσεις (βλ. π.χ. τον B.S. Childs). Στις γενικές θεολογικές αιτίες ο R. συγκαταλέγει τον χριστιανικό-ιουδαϊκό διάλογο και τα ερεθίσματα που δέχθηκε η χριστιανική ερμηνευτική από την ιουδαϊκή.
γ) Διεπιστημονικοί λόγοι. Ερεθίσματα που δέχθηκε η βιβλική ερμηνευτική από τις μη θεολογικές επιστήμες. Κατά την εκτίμηση του R. αυτοί οι λόγοι υπήρξαν σημαντικότεροι από ό,τι οι θεολογικοί. Η λεγόμενη «γλωσσολογική στροφή» (linguistic turn) εφαρμόστηκε αρχικά στη φιλολογική επιστήμη και στη συνέχεια άρχισε να επηρεάζει και τις υπόλοιπες ανθρωπιστικές σπουδές (κοινωνιολογία, ανθρωπολογία, εθνολογία, ψυχολογία).
Με τις επιμέρους συγχρονικές τάσεις, όπως τις παρουσιάζει ο R. θα ασχοληθούμε σε επόμενη ανάρτηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου