Η αυριανή ευαγγελική περικοπή από το κατά Ματθαίον ευαγγέλιο προέρχεται από το ιδιαίτερο υλικό του Ματθαίου και ανήκει σε μία συνάφεια λόγων του Ιησού προς τους μαθητές λίγο πριν από το Πάθος. Στη μικροσυνάφειά της ανήκει σε μία σειρά λόγων και παραβολών που σχετίζονται με την ημέρα της Κρίσης. Εκεί ο Ιησούς κάνει λόγο για την αιφνίδια έλευσης αυτής της μέρας και προτρέπει σε εγρήγορση και σε αξιοποίηση του παρόντος έχοντας πάντοτε το βλέμμα στραμμένο προς αυτήν την ημέρα. Η αυριανή παραβολή της Τελικής Κρίσης αποτελεί την κατακλείδα αυτής της ενότητας και παρουσιάζει τα κριτήρια με τα οποία θα κρίνει ο Υιός του Ανθρώπου.
Μερικές σύντομες παρατηρήσεις όσον αφορά στην αφήγηση της παραβολής:
α) Η περιγραφή της έλευσης του Υιού του Ανθρώπου και της Κρίσης θυμίζει ανάλογες εικόνες από την Παλαιά Διαθήκη και από διάφορα αποκαλυπτικά κείμενα του Ιουδαϊσμού. Κι εκεί ο Θεός συνοδευόμενος από τους αγγέλους του έρχεται να κρίνει τους λαούς που έχουν συναχθεί στο ουράνιο αυτό δικαστήριο. Εδώ τη θέση του Θεού την παίρνει ο Υιός του Ανθρώπου, που ήδη νωρίτερα στο κατά Ματθαίον είχε συνδεθεί με την κρίση (10,23· 13,40· 19,28). Φυσικά, όπως και στην υπόλοιπη συνοπτική παράδοση, ο Υιός του Ανθρώπου ταυτίζεται με τον Ιησού. Έτσι, λοιπόν, πλησιάζοντας στο τέλος του κατά Ματθαίον αποκαλύπτεται μία ακόμη ιδιότητα του Ιησού, του οποίου τη ζωή παρακολούθησαν οι αναγνώστες του ευαγγελίου μέσα στην αφήγηση του ευαγγελίου· αυτή του κριτή των λαών της γης. H εικόνα του ποιμένα, η οποία εδώ χρησιμοποιείται, απαντά συχνά στην ΠΔ για να περιγράψει τη σχέση του Θεού με το λαό του και με τα υπόλοιπα έθνη. Είναι επίσης γνωστή στους ακροατές του Ιησού κι ίσως αναφέρεται στη συνήθεια των ποιμένων να ξεχωρίζουν τα μικρά ζώα από τα υπόλοιπα αμνοερίφια, για να τα παραδώσουν σε σφαγή. Στα προφητικά βιβλία της ΠΔ η σφαγή συνδέεται με την τελική κρίση των αδίκων από τον Θεό. Προφανώς εδώ τα ερίφια δεν αντιστοιχούν στα κατσίκια (σε αντιπαραβολή προς τα πρόβατα), όπως συνήθως κατανοούνται στην ερμηνευτική παράδοση, αλλά πρόκειται για τα ζώα που προορίζονται για την σφαγή και συμβολίζουν τους αδίκους, οι οποίοι θα τεθούν στα αριστερά του Μεγάλου Κριτή. Στην αρχαία αντίληψη η αριστερή πλευρά ήταν πάντα η "κακή" πλευρά, ενώ η δεξιά δήλωνε την εύνοια και το καλό. Τα πρόβατα, επομένως, που θα τεθούν στα δεξιά αντιπροσωπεύουν τους δικαίους.
β) Οι δυο διάλογοι του Μεγάλου Κριτή με τις δύο ομάδες ανθρώπων χαρακτηρίζονται από συμμετρία. Και στις δύο περιπτώσεις ο Κριτής εκφέρει την κρίση του χωρίς προηγουμένως να καλέσει τους εναγόμενους σε απολογία. Τα κριτήρια που εφαρμόζονται είναι ακριβώς τα ίδια. Κι οι δύο πλευρές εκφράζουν την ίδια απορία σχετικά με το σκεπτικό της απόφασης. Τέλος, και στις δύο πλευρές δίνεται η ίδια απάντηση στο ερώτημά τους. Και στις δύο περιπτώσεις ο Υιός του Ανθρώπου παρουσιάζεται ως ο απόλυτος κύριος, ο αδέκαστος αλλά κι αντικειμενικός Κριτής. Η μόνη διαφορά στους δύο διαλόγους είναι η τελική απόφαση του Κριτή σε κάθε περίπτωση. Στην περίπτωση των ευλογημένων η ανταμοιβή είναι η Βασιλεία του Θεού, για την οποία ο Κριτής σημειώνει ότι ήταν ετοιμασμένη για αυτούς από καταβολής κόσμου. Αντίθετα, τους άδικους τους περιμένει το πυρ το αιώνιον, το οποίο όμως δεν ήταν προετοιμασμένο για αυτούς αλλά για τον διάβολο και τους αγγέλους του. Επομένως, η αρχική πρόθεση του Θεού είναι η είσοδος όλων των ανθρώπων στη Βασιλεία του - η οποία αποτελεί τον τελικό προορισμό όλων - κι ότι η αιώνια καταδίκη είναι η προσωπική επιλογή των αδίκων και με αυτήν ουσιαστικά συντάσσονται με τις δυνάμεις που αντιμάχονται το θέλημα του Θεού.
γ) Ως μοναδικό κριτήριο ο Κριτής εφαρμόζει εκείνο της αγάπης προς τον ίδιο. Και στην έκπληξη τόσο των δικαίων και των αδίκων εξηγεί πως η κάθε πράξη αγάπης προς τους ελαχίστους, τους οποίους ονομάζει αδελφούς του ισοδυναμεί με πράξη αγάπης προς τον ίδιο. Ταυτίζει επομένως τον εαυτό του με τους ελαχίστους και τους αδύναμους αυτού του κόσμου. Αναφέρει μάλιστα παραδείγματα έμπρακτης εκδήλωσης αγάπης προς αυτούς. Πρόκειται για τρόπους γνωστούς στους Ιουδαίους ακροατές του Ιησού, αφού σε αυτούς αναφέρονται τόσο τα κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης όσο κι εκείνα των ραββίνων. Το νέο στοιχείο εδώ είναι ότι ο τελικός αποδέκτης κάθε πράξης αγάπης είναι ο ίδιος ο Υιός του Ανθρώπου, ο οποίος έτσι ταυτίζεται με όλους τους ελαχίστους.
δ) Ποιοι ομως είναι αυτοί οι ελάχιστοι; Σε πολλά σημεία του κατά Ματθαίον ο Ιησούς αναφέρεται σε αυτούς (π.χ. 10,10-42). Από αυτά τα κείμενα προκύπτει ότι ως "ἐλάχιστοι" χαρακτηρίζονται πρώτιστα όλοι οι μαθητές του Ιησού που θα ευαγγελισθούν τη Βασιλεία του και για αυτό θα υποστούν στερήσεις, κακουχίες, διωγμούς ακόμη και θάνατο. Επομένως, τα έθνη θα κριθούν με τον τρόπο που θα υποδεχθούν αυτούς τους αγγελιοφόρους κι είτε θα δικαιωθούν είτε θα καταδικαστούν. Αυτή η ερμηνεία ταιριάζει στην ευρύτερη συνάφεια, η οποία, όπως ήδη αναφέρθηκε, είναι εκείνη της κρίσης κι όπου ο Ιησούς μιλώντας προφητικά για το τέλος του κόσμου έκανε επίσης λόγο για τους διωγμούς και τις κακουχίες που θα υποστούν οι δικοί του.
ε) Στην πατερική, ωστόσο, πρόσληψη κι ερμηνεία της περικοπής, όταν πια το ευαγγέλιο είχε ήδη διαδοθεί στον κόσμο, οι ελάχιστοι κι οι μικροί του ευαγγελίου ταυτίστηκαν με όσους υποφέρουν από υλικές στερήσεις κι ασθένειες κι οι οποίοι περνούν δοκιμασίες. Αυτοί έχουν ανάγκη στήριξης υλικής και ηθικής. Ο Ιησούς ταυτίζεται μαζί τους, αφού κι εκείνος πείνασε και ταλαιπωρήθηκε, όπως οι ξένοι κι οι φτωχοί δεν είχε κατοικία (8,20) και στο τέλος γνώρισε την φυλακή, τα βασανιστήρια και τον θάνατο. Ταυτίζοντας, λοιπόν, ο Υιός του Ανθρώπου τον εαυτό του με όλους τους εμπερίστατους αδελφούς του υπενθυμίζει σε όλα τα μέλη της Εκκλησίας τη δική του επίγεια ζωή και θέτει το πραγματικό κριτήριο της εν Χριστώ ζωής και συμμετοχής στη Βασιλεία του Θεού. Το εισιτήριο για τη Βασιλεία του Θεού δεν είναι τα πολλά πνευματικά χαρίσματα ή η εκπλήρωση των θρησκευτικών καθηκόντων αλλά η αγάπη προς τον πλησίον. Ο εμπερίστατος συνάνθρωπος, που ταυτίζεται με τον ίδιο τον Κύριο, γίνεται η απάντηση στην επιθυμία του κάθε χριστιανού να εισέλθει τη Βασιλεία του Θεού.