Σκηνή γαμήλιας τελετής. Λεπτομέρεια από σαρκοφάγο του 2ου αι. μ.Χ. Βρετανικό Μουσείο. |
Στην αρχαία Ρώμη υπήρχαν διάφοροι τύποι σύναψης γάμου κι ανάλογο τυπικό κατά περίπτωση. Οι δύο βασικοί τύποι γάμου ήταν: ο αρχαιότερος τύπος ήταν εκείνος σύμφωνα με τον οποίο η γυναίκα περνούσε στην κηδεμονία του συζύγου της (conventio in manu). Σε αυτήν την περίπτωση έχανε κάθε κληρονομικό δικαίωμα στην πατρική της οικογένεια. Yπήρχαν τρεις διαφορετικοί τύποι τέτοιου γάμου: confarreatio, συνήθως ανάμεσα στις αριστοκρατικές οικογένειες, coemptio, όπου λάμβανε χώρα μία συμβολική αγοραπωλησία της νύφης μεταξύ των δύο οικογενειών και usus, όπου ένα ζευγάρι θεωρούνταν παντρεμένο μετά από ένα χρόνο συγκατοίκησης. Aπό τα χρόνια της Δημοκρατίας κι εξής επεκράτησε ωστόσο ο τύπος του ελεύθερου γάμου (sine manu), όπου η γυναίκα παρέμενε κάτω από την κηδεμονία του πατέρα της. Σε αυτήν την περίπτωση διατηρούσε τα κληρονομικά της δικαιώματα στην πατρική της οικογένεια και μπορούσε να πάρει πίσω την προίκα της σε περίπτωση διάλυσης του γάμου. Εκτός από αυτούς τους δύο τύπους γάμου που είχαν νομική αναγνώριση υπήρχαν και διάφοροι άλλοι τύποι γάμου, οι οποίοι ήταν ηθικά αποδεκτοί δεν είχαν όμως νομική αναγνώριση. Τα παιδιά τέτοιων γάμων έπαιρναν το κοινωνικό status της συζύγου κι ο πατέρας δεν είχε νομικά δικαιώματα σε αυτά. Τέτοιου είδους γάμοι ήταν οι γάμοι μεταξύ δούλων, αν βέβαια είχαν την άδεια του κυρίο τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο κύριός τους διατηρούσε το δικαίωμα να πουλήσει τα παιδιά των δούλων του, αν ήθελε.
Συνήθως οι κοπέλες παντρεύονταν από 12 έτη κι άνω, ενώ τα αγόρια από τα 14 κι άνω. Στις αριστοκρατικές οικογένειες πριν τον γάμο υπήρχε ένα μεγάλο διάστημα αρραβώνος ώστε οι δύο οικογένειες να γνωριστούν καλύτερα. Σε αυτό το διάστημα η μέλλουσα σύζυγος μπορούσε να ζήσει μαζί με τον μέλλοντα σύζυγό της στο σπίτι του.
Η μέρα των γάμων επιλεγόταν με μεγάλη προσοχή ώστε να μην υπάρχουν κακοί οιωνοί που θα μπορούσαν με κάποιο τρόπο να βλάψουν την τύχη των νεονύμφων.
Την παραμονή του γάμου η μελλόνυμφη θυσίαζε τα παιχνίδιά του στους lares της οικογένειας. Το νυφικό ένδυμα αποτελούνταν από ένα πέπλο σε κόκκινο χρώμα (flammeum) κι ένα λευκό ένδυμα το οποίο έδεναν με ζώνη που είχε ένα ιδιαίτερο τύπο κόμπου (nodus herculeus). Αυτόν έπρεπε να τον λύσει ο γαμπρός. Την συνόδευε μία γυναίκα που είχε παντρευτεί μόνο μία φορά στη ζωή της (pronuba). Πρώτα γίνονταν οι σχετικές θυσίες, στη συνέχεια υπογραφόταν το σύμφωνο του γάμου (tabulae nuptiales) και μετά η pronuba έπαιρνε τα χέρια του άνδρα και της γυναίκας και τα έβαζε το ένα μέσα στο άλλο (βλ. εικόνα). Αυτήν ήταν η πιο σημαντική στιγμή της γαμήλιας τελετής. Οι νεόνυμφοι έδιναν σιωπηλούς όρκους πίστης.
Ακολουθούσε το γαμήλιο γλέντι κι ο γαμπρός στο τέλος του προσποιούνταν ότι άρπαζε τη νύφη από την αγκαλιά της μητέρας. Ήταν μία συμβολική ανάμνηση της αρπαγής των γυναικών των Σαββίνων. Με πομπή της οποίας προηγούνταν τρία μικρά αγόρια η νύφη έφτανε στο σπίτι του γαμπρού. Το ένα από τα αγόρια είχε δάδα με φωτιά από την εστία του σπιτιού της νύφης και οι στάχτες του θεωρούνταν σημάδι τύχης και μοιράζονταν στους παρευρισκόμενους. Ο σύζυγος που περίμενε μέσα την ρωτούσε το όνομά της κι εκείνη απαντούσε: "Όπου εσύ είσαι Γάιος, εγώ θα είμαι Γαΐα". Στη συνέχεια την σήκωναν επάνω από το πλατύσκαλο του σπιτιού, το οποίο δεν έπρεπε να πατήσει, αφού ακόμη δεν ήταν μέλος της οικογένειας ούτε όμως και ξένη. Μέσα στο σπίτι ο γαμπρός τελούσε μία σύντομη θρησκευτική τελετή κι η pronuba κάθιζε τη νύφη στο γαμήλιο κρεβάτι. Την επόμενη μέρα η νύφη ντυμένη πλέον ως matrona θυσίαζε στους lares και τους penates της νέας της οικογένειας.
Άραγε ποιους τύπους γάμου είχε ο Παύλος υπόψη του, όταν στην Α΄ Κορινθίους ζητά από τις χριστιανές και τους χριστιανούς να μη διαλύσουν το γάμο τους με τους εθνικούς συντρόφους τους κι ουσιαστικά τους αναγνωρίζει εντάσσοντάς τους μέσα σε ένα ευρύτερο σωτηριολογικό πλαίσιο;