Το τρέχον τεύχος του περιοδικού Journal for the Study of the New Testament 33:2 (2010) είναι αφιερωμένο στην Wirkungsgeshcichte (ιστορία της επενέργειας), όρος που υιοθετήθηκε από τον Hans Gerog Gadamer ως η δύναμη μίας παράδοσης επάνω σε εκείνους στους οποίους τους ανήκει, έτσι ώστε ακόμη κι αν την απορρίπτουν ή αντιδρούν σε αυτήν ουσιαστικά συνεχίζουν να επηρεάζονται από αυτήν. Στο επίπεδο της εξήγησης η ιστορία της επενέργειας θα μπορούσε να ορισθεί ως η τεχνική ανάλυστης της ιστορίας της επίδρασης και επενέργειας ενός κειμένου. Στο χώρο της ερμηνείας της Κ.Δ. ο όρος συνδέθηκε κυρίως με το όνομα του ομότιμου σήμερα καθηγητή της Κ.Δ. Ulrich Luz. Eκτός από πολλές μελέτες σχετικά με αυτήν τη μέθοδο ο Luz συνέταξε και υπόμνημα στο κατά Ματθαίον, στο οποίο προσεγγίζει το ευαγγελικό κείμενο από αυτήν την οπτική (στα γερμανικά το υπόμνημά του εκδόθηκε στη σειρά υπομνημάτων Evangelisch-Katholischer Kommentar και αποτελεί ένα από τα πληρέστερα σήμερα υπόμνηματα στο πρώτο ευαγγέλιο, στα αγγλικά οτο υπόμνημα εκδόθηκε από τη σειρά Hermeneia).
Στο τρέχον τεύχος του περιοδικού JSNT διάφοροι ειδικοί παρουσιάζουν πτυχές αυτής της ερμηνευτικής μεθόδου. Δημοσιεύονται τα εξής άρθρα:
Jonathan Roberts - Christopher Rowlands, "Introduction", 131-136
Mark Knight, "Wirkungsgeschichte, Reception History, Reception Theory", 137-146
Σε μία απόπειρα εισαγωγής στην Wirkungsgeschichte, στην ιστορία της πρόσληψης και στην θεωρία της πρόσληψης, ο συγγραφέας ξεκινά εξετάζοντας τη διαφορετική ιστορία του κάθε όρου. Μολονότι ο κάθε όρος δηλώνει κάτι ελαφρώς διαφορετικό, όλοι είχαν ως αποτέλεσμα να τεθούν ερωτήματα για την ιστορικοκριτική μέθοδο η οποία εξακολουθεί να κυριαρχεί στις καινοδιαθηκικές σπουδές. Ο συγγραφέας επικεντρώνεται κυρίως στην ιδέα του Gadamer για την Wirkungsgeschichte, εναν όρο που δικαιολογημένα αναγνώστηκε με διάφορους τρόπους από τους καινοδιαθηκολόγους. Αναγνωρίζοντας ότι υπάρχουν αυτές οι διαφορετικές αναγνώσεις στρέφεται στη γενικότερη θέση που διατύπωσε ο Gadamer στο έργο του Wahrheit und Methode (Truth and Method) και υποστηρίζει ότι σκοπός της Wirkungsgeschichte είναι να καταστήσει δυνατή μία ερμηνευτική συζήτηση παρά να ορίσει μία νέα επιστημονική μεθοδολογία.
Martin O'Kane, "Wirkungsgeschichte and Visual Exegesis: The Contribution of Hans-Georg Gadamer", 147-159
Στο άρθρο εξετάζονται οι εικαστικές παράμετροι της Wirkungsgeschichte. Δίνεται έμφαση στο ρόλο των καλλιτεχνών ως ενεργών αναγνωστών της Αγίας Γραφής κι όχι απλά ως εικονογράφων βιβλικών σκηνών και υπογραμμίζεται ο ρόλος του Hans-Georg Gadamer στην αναγνώριση του ρόλου που παίζει ο θεατής καθώς επίσης και ο καλλιτέχνης στην εικαστική ερμηνευτική διαδικασία. Η βιβλική ιστορία για την προσκύνηση των Μάγων (Μτ 2, 1-12), η πρώτη δημόσια και παγκόσμια εμφάνιση του Χριστού και μία από τις πιο συχνά απεικονιζόμενες σκηνες σε όλη την ιστορία της βιβλικής τέχνης χρησιμοποιείται ως παράδειγμα για να καταστεί σαφής η προσέγγιση του Gadamer. H έμφαση της βιβλικής αφήγησης στην αποκάλυψη του Χριστού-παιδιού στον αναγνώστη μοιάζει με μία βασική έννοια στην ερμηνευτική αισθητική του Gadamer, δηλαδή την Darstellung, έναν όρο που δηλώνει πώς ένας ζωγραφικός πίνακας καθιστά δυνατό να προβληθεί το θέμα του, με το να γίνει ο ίδιος ένας υπαρξιακό γεγονός, μία επιφάνεια, στη ζωή του θεατή.
Mark W. Elliot, "Effective-History and the Hermeneutics of Ulrich Luz", 161-173
Στο παρόν άρθρο ο συγγραφέας παρουσιάζει αρχικά τις προϋποθέσεις που οδήγησαν στο συνεχώς αυξανόμενο ενδιαφέρον για την ιστορία της επενέργειας του βιβλικού κειμένου (Wirkungsgeschichte). Στη συνέχεια παρουσιάζεται η σκέψη του Ulrich Luz, ο οποίος αποτελεί το σημαντικότερο εκπρόσωπο αυτής της ερμηνευτικής μεθόδου. Ο συγγραφέας παρουσιάζει το ενδιαφέρον του Luz για σύγχρονες μορφές ερμηνευτικής και για τον οικουμενικό διάλογο καθώς επίσης και το ρόλο του ως ακαδημαϊκού μέσα στην κοινότητα των καινοδιαθηκολόγων. Μία συζήτηση του τι προσπαθεί ο Luz να επιτύχει σε ένα τμήμα του περίφημου υπομνήματός του στο κατά Ματθαίον, από το οποίο λαμβάνεται εδώ ένα παράδειγμα, οδηγεί μέσω της συζήτησης κάποιων βιβλιοκρισιών του έργου του και των θέσεων που διατύπωσε ο ίδιος ο Luz πρόσφατα στο συμπέρασμα ότι μία έμφαση στη θρησκευτική πνευματικότητα, όπως αυτή συνεχίζει να υπάρχει από την εποχή της Βίβλου μέχρι σήμερα, δε φαίνεται να συμβάλλει στη συζήτηση των θεολογικών θέσεων που προβάλλονται στην περικοπή που εξετάζεται εδώ.
Robert Morgan, "Sachkritik in Reception History", 175-190
H Sachkritik, ή η κριτική εκτίμηση των όσων λέει ένα βιβλικό κείμενο υπό το φως του ευαγγελίου, το οποίο ήθελε να μεταδώσει ο συγγραφέας του, κατέστη ένα ζήτημα στη σύγχρονη θεολογία και και στη βιβλική ερμηνεία κατά τα χρόνια 1922-26 με τη συζήτηση του Bultmann για τη θεολογική εξήγηση της ερμηνεία του Karl Barth στις προς Ρωμαίους και της 1 Κορινθίους. Καθώς αυτό καθαυτό το ευαγγέλιο ακούγεται μέσα και διαμέσου της μαρτυρίας της Γραφής αυτό σημαίνει μία διαλεκτική μεταξύ τους σχέση. Ο Bultmann μπόρεσε να υπερβεί κάποιες από τις διατυπώσεις του Παύλου υπό το φως της βασικής πρόθεσης του αποστόλου κι έτσι να βρει νόημα σε κείμενα του μακρινού παρελθόντος για το σύγχρονο χριστιανό. Η μεταγενέστερη απομυθοποίηση εκ μέρους της Κ.Δ. εφάρμοσε την ίδια αρχή σε μεγάλα τμήματα της βιβλικής γλώσσας χωρίς να το ονομάσει αυτό Sachkritik. Κάποιοι ωστόσο από τους μαθητές του χρησιμοποίησαν τον όρο για τη δική τους κριτική αξιολόγηση ενός βιβλικού συγγραφέας υπό το φως του ευαγγελίου, όπως αυτό κατανοείται από κάποιον άλλο. Τέλος μερικοί φιλελεύθεροι θεολόγοι χρησιμοποιούν τον όρο σήμερα για να δηλώσουν την απόρριψη τμημάτων της Γραφής υπό το φως σύγχρονων κατανοήσεων του ευαγγελίου, οι οποίες ομολογούν το μακρινό από εκείνες του κάθε καινοδιαθηκικού μάρτυρα. Οι ιστορικοί της πρόσληψης μπορούν να δουν μέσα από αυτές τις τρεις στρατηγικές το πώς όλοι οι ιστορικά κριτικοί θεολόγοι υποστηρίζουν λίγο ή πολύ τη συνέχεια με τις Γραφές, ενώ αναγνωρίζουν ότι πολλά από όσα υπάρχουν σε αυτές δεν μπορούν να γίνουν πιστευτά και δε μπορούν να βρουν εφαρμογή στη σύγχρονη χριστιανική ταυτότητα.
David B. Gowler, "Socio-Rhetorical Interpretation: Textures of a Text and its Reception", 191-206
Η σημασία ενός κειμένου δεν βρίσκεται μόνο στη δημιουργική ευφυΐα του συγγραφέας του. Υπάρχει μία σύνθετη σχέση αλληλεπίδρασης μεταξύ του κειμένου και των συναφειών μέσα στη οποίες ένα κείμενο αναγνώσθηκε και επαναναγνώσθηκε, συμπεριλαμβανομένων και των διαφόρων δυναμικών σχέσεων αλληλεπίδρασης μεταξύ του δημιουργού του και αυτών που το προσέγγισαν στο παρελθόν και το προσεγγίζουν και σήμερα. Η κοινωνικορητορική ερμηνεία του Vernon Robbins παρέχει ένα ισχυρό ερμηνευτικό αναλυτικό εργαλείο στη διερεύνηση αυτών των διαλογικών σχέσεων μεταξύ συγγραφέων, κειμένων και αναγνωστών / ερμηνευτών. Κατά ανάλογο τρόπο οι μελέτες της ιστορίας της πρόσληψης μέσω της αναζήτησης εκ μέρους τους σημαντικών επιπρόσθετων φωνών που ενώνονται στον ετερόγλωσσο χορό των ερμηνευτών, οδηγούν σε κριτικά συμπεράσματα για περισσότερο περιεκτικές κοινωνικορητορικές αναλύσεις των κειμένων. Στο άρθρο παρουσιάζεται η ιστορία της γέννησης και της ανάπτυξης της της κοινωνικορητορικής ερμηνείας, γίνεται μία εισαγωγή στα βασικά μέρη μίας κοινωνικορητορικής προσέγγισης και παρέχονται παραδείγματα για το πώς η κοινωνικορητορική ερμηνεία και η ιστορία της πρόσληψης μπορούν να ωφελήσουν η μία την άλλη.
William John Lyons, "Hope for a Troubled Discipline? Contributions to New Testament Studies from Reception History", 207-220
Η πρόσφατη προσπάθεια των G. Aichele, P. Miscall και R. Walsh να προκαλέσουν μία συζήτηση μεταξύ της ιστορικής κριτικής και της μεταμοντέρνας ερμηνείας χρησιμοποιώντας τη γλώσσα των συγκριτικών μυθολογιών έπεσε στο κενό. Στο παρόν άρθρο προτείνεται ότι ένας περισσότερο γόνιμος τρόπος είναι να επαναχαρακτηρισθούν οι ιστορικοκριτικές μεθοδολογίες με την ορολογία της ιστορίας της πρόσληψης. Κάτι τέτοιο θα λάμβανε υπόψη του το παρόν των ακροατηρίων -είτε πραγματικών είτε κατασκευασμένων - μέσα στο πλαίσιο αυτών των μεθοδολογιών, ενώ θα υποβάθμιζε όρους όπως "πρώτο στάδιο / δεύτερο στάδιο" ώστε να τις κρατήσει στο επίκεντρο της βιβλικής ερμηνείας και να ενθαρρύνει τους ιστορικούς κριτικούς να τολμήσουν να εισέλθουν στην ιστορία της ερμηνείας. Αυτή η διεύρυνση του επιστημονικού πεδίου θα βοηθούσε επίσης να ξεπεραστούν οι επιπτώσεις του παρόντος οικονομικού κλίματος επάνω σε αυτή που κατά τα άλλα φαίνεται πολύ περιορισμένη και κορεσμένη φαινομενικά περιοχή των ανθρωπιστικών σπουδών.