Στο ενδιαφέρον άρθρο του L.W. Hurtado, "New Testament Studies in the 20th century" στο πρόσφατο τεύχος του Religion [39 (2009) 43-57] αναφερθήκαμε σε παλαιότερη ανάρτηση. Στη σημερινή ανάρτηση και σε ορισμένες που θα ακολουθήσουν θα δώσουμε μία περίληψη του σχετικού άρθρου, διότι παρέχει ενδιαφέροντα στοιχεία για την ανάπτυξη των καινοδιαθηκικών σπουδών σε παγκόσμιο επίπεδο κατά τον 20ο αι. (Για όσους ενδιαφέρονται για μία παρουσίαση των καινοδιαθηκικών σπουδών στην Ελλάδα των νεότερων χρόνων, παραπέμπουμε στο κείμενο της επίκουρης καθ. του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας ΑΠΘ κ. Κ. Παπαδημητρίου, στην οποία αναφερθήκαμε σε παλαιότερη ανάρτηση. Για να το διαβάσετε, πατήστε εδώ).
Χαρακτηριστικά των καινοδιαθηκικών σπουδών κατά τον 20ο αι.
α) ο ιδιαίτερος ρόλος, τον οποίο διαδραματίζουν πλέον στις καινοδιαθηκικές σπουδές οι επιστήμονες της Β. Αμερικής
β) εντονότερη παρουσία των Ρωμαιοκαθολικών καινοδιαθηκολόγων, απόρροια της παπικής εγκυκλίου Divino Afflante Spiritu (1943)
γ) εμφάνιση στο χώρο των γυναικών με την εκπόνηση διατριβών και τη συμμετοχή τους στον επιστημονικό διάλογο
Οι πρώτες δεκαετίες του 20ου αι.
Εκπρόσωποι της Θρησκειοϊστορικής Σχολής
Στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αι. κυριαρχούν οι γερμανοί βιβλικοί επιστήμονες, επειδή τα γερμανικά πανεπιστήμια είναι περισσότερο κέντρα επιστημονικής κι όχι απλά εκπαιδευτικά ιδρύματα (όπως ήταν εκείνη την εποχή τα παν/μια στη Βρετανία και Αμερική).
Έντονη είναι η επίδραση της λεγόμενης Religionsgeschichtliche Schule (Θρησκειοϊστορική Σχολή). Η συγκεκριμένη Σχολή στρέφει το ενδιαφέρον της στη θρησκεία του αρχέγονου Χριστιανισμού και τονίζει ότι ο Χριστιανισμός ως ιστορικό φαινόμενο θα πρέπει να κατανοηθεί μέσα στην ιστορική του συνάφεια. Η Σχολή γνωρίζει την ακμή της κατά τις δεκαετίες 1900-1920. Βιβλικοί επιστήμονες που συνδέονται με αυτήν είναι κυρίως καθηγητές της Θεολογικής Σχολής του Göttingen: Hermann Gunkel, Wilhelm Heitmüller, Richard Reitzenstein, William Wrede, Wilhlem Bousset
H μεγάλη συμβολή αυτής της τάσης έγκειται στην κατανόηση της Κ.Δ. με τη βοήθεια της ιστορίας και στην κατανόηση των πιθανών σχέσεων των αρχαίων χριστιανικών λατρευτικών πρακτικών και πεποιθήσεων με το ευρύτερο θρησκευτικό περιβάλλον της εποχής τους. Η ερευνητική αυτή τάση δέχθηκε ωστόσο κριτική, διότι έδωσε ιδιαίτερη έμφαση κυρίως στο ειδωλολατρικό περιβάλλον του Χριστιανισμού υποβαθμίζοντας κάποιες φορές το ιουδαϊκό υπόβαθρό του.
Άλλες σημαντικές μορφές αυτής της περιόδου
Johannes Weiss και Albert Schweizer: τόνισαν τη σημασία της ιουδαϊκής αποκαλυπτικής στην Κ.Δ.
Albert Schweitzer: Το βιβλίο του Leben-Jesu-Forschung (στην αγγλική μετάφραση The Quest of Historical Jesus) παραμένει μέχρι σήμερα κλασικό. Ο Schweitzer τόνισε την αδυναμία σύνθεσης μίας πλήρους βιογραφίας του ιστορικού Ιησού (με τη σύγχρονη σημασία του όρου) και επισήμανε ότι κάθε τέτοια απόπειρα συμπεριλαμβάνει αναγκαστικά στοιχεία της προσωπικότητας και των προτιμήσεων του εκάστοτε συγγραφέα.
Adolf Deissmann: Τόνισε την αξία των επιγραφών και παπύρων ως πηγών για τη μελέτη της γλώσσας της Κ.Δ. (βλ. το κλασικό του έργο Licht vom Osten). Ασχολήθηκε με το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο του αρχέγονου Χριστιανισμού και προσέγγισε τον Παύλο και τη σκέψη του από κοινωνικής και θρησκευτικής πλευράς και λιγότερο από θεολογικής.
Συνέβαλε στις λεξικογραφικές σπουδές της γλώσσας της Κ.Δ. τονίζοντας τη σχέση της γλώσσα αυτών των κειμένων περισσότερο με την ελληνιστική Κοινή της ρωμαϊκής περιόδου και λιγότερο με την ελληνική της κλασικής αρχαιότητας.
Με αυτήν την τάση συνδέεται και η έκδοση από τον Walter Bauer του κλασικού σήμερα λεξικού της Κ.Δ., Griechisch-Deutsches Wörterbuch zu den Schriften des Neuen Testaments und der übrigen urchristlichen Literatur
Ernst Loymeyer: υποστήριξε με πειστικό τρόπο ότι το Φιλ 2,6-11 προέρχεται από αρχαίο χριστιανικό ύμνο προγενέστερο του Παύλου. Η θέση του αυτή οδήγησε στη μελέτη μίας σειράς χριστολογικών κειμένων της Κ.Δ. και στον εντοπισμό κι άλλων υμνολογικών κειμένων μέσα στην Κ.Δ. Υποστήριξε επίσης τη διάκριση μεταξύ μίας χριστιανικής ομάδας με κέντρο τη Γαλιλαία και μίας με κέντρο την Ιερουσαλήμ.
Gustav Dalman: σύνδεσε το όνομά του κυρίως με την αρχαιολογία και τη γεωγραφία της Παλαιστίνης. Εξέδωσε επίσης πολλές μελέτες (π.χ. Die Worte Jesu ή Jesus - Jeschua) για τα αραμαϊκά ως γλώσσα του Ιησού και των μαθητών του.
(στην επόμενη ανάρτηση: μελέτες για τα ευαγγέλια, κριτικής κειμένου και άλλα ερευνητικά προγράμματα στο γερμανόφωνο κυρίως χώρο των αρχών του 20ου αι.)
Χαρακτηριστικά των καινοδιαθηκικών σπουδών κατά τον 20ο αι.
α) ο ιδιαίτερος ρόλος, τον οποίο διαδραματίζουν πλέον στις καινοδιαθηκικές σπουδές οι επιστήμονες της Β. Αμερικής
β) εντονότερη παρουσία των Ρωμαιοκαθολικών καινοδιαθηκολόγων, απόρροια της παπικής εγκυκλίου Divino Afflante Spiritu (1943)
γ) εμφάνιση στο χώρο των γυναικών με την εκπόνηση διατριβών και τη συμμετοχή τους στον επιστημονικό διάλογο
Οι πρώτες δεκαετίες του 20ου αι.
Εκπρόσωποι της Θρησκειοϊστορικής Σχολής
Στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αι. κυριαρχούν οι γερμανοί βιβλικοί επιστήμονες, επειδή τα γερμανικά πανεπιστήμια είναι περισσότερο κέντρα επιστημονικής κι όχι απλά εκπαιδευτικά ιδρύματα (όπως ήταν εκείνη την εποχή τα παν/μια στη Βρετανία και Αμερική).
Έντονη είναι η επίδραση της λεγόμενης Religionsgeschichtliche Schule (Θρησκειοϊστορική Σχολή). Η συγκεκριμένη Σχολή στρέφει το ενδιαφέρον της στη θρησκεία του αρχέγονου Χριστιανισμού και τονίζει ότι ο Χριστιανισμός ως ιστορικό φαινόμενο θα πρέπει να κατανοηθεί μέσα στην ιστορική του συνάφεια. Η Σχολή γνωρίζει την ακμή της κατά τις δεκαετίες 1900-1920. Βιβλικοί επιστήμονες που συνδέονται με αυτήν είναι κυρίως καθηγητές της Θεολογικής Σχολής του Göttingen: Hermann Gunkel, Wilhelm Heitmüller, Richard Reitzenstein, William Wrede, Wilhlem Bousset
H μεγάλη συμβολή αυτής της τάσης έγκειται στην κατανόηση της Κ.Δ. με τη βοήθεια της ιστορίας και στην κατανόηση των πιθανών σχέσεων των αρχαίων χριστιανικών λατρευτικών πρακτικών και πεποιθήσεων με το ευρύτερο θρησκευτικό περιβάλλον της εποχής τους. Η ερευνητική αυτή τάση δέχθηκε ωστόσο κριτική, διότι έδωσε ιδιαίτερη έμφαση κυρίως στο ειδωλολατρικό περιβάλλον του Χριστιανισμού υποβαθμίζοντας κάποιες φορές το ιουδαϊκό υπόβαθρό του.
Άλλες σημαντικές μορφές αυτής της περιόδου
Johannes Weiss και Albert Schweizer: τόνισαν τη σημασία της ιουδαϊκής αποκαλυπτικής στην Κ.Δ.
Albert Schweitzer: Το βιβλίο του Leben-Jesu-Forschung (στην αγγλική μετάφραση The Quest of Historical Jesus) παραμένει μέχρι σήμερα κλασικό. Ο Schweitzer τόνισε την αδυναμία σύνθεσης μίας πλήρους βιογραφίας του ιστορικού Ιησού (με τη σύγχρονη σημασία του όρου) και επισήμανε ότι κάθε τέτοια απόπειρα συμπεριλαμβάνει αναγκαστικά στοιχεία της προσωπικότητας και των προτιμήσεων του εκάστοτε συγγραφέα.
Adolf Deissmann: Τόνισε την αξία των επιγραφών και παπύρων ως πηγών για τη μελέτη της γλώσσας της Κ.Δ. (βλ. το κλασικό του έργο Licht vom Osten). Ασχολήθηκε με το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο του αρχέγονου Χριστιανισμού και προσέγγισε τον Παύλο και τη σκέψη του από κοινωνικής και θρησκευτικής πλευράς και λιγότερο από θεολογικής.
Συνέβαλε στις λεξικογραφικές σπουδές της γλώσσας της Κ.Δ. τονίζοντας τη σχέση της γλώσσα αυτών των κειμένων περισσότερο με την ελληνιστική Κοινή της ρωμαϊκής περιόδου και λιγότερο με την ελληνική της κλασικής αρχαιότητας.
Με αυτήν την τάση συνδέεται και η έκδοση από τον Walter Bauer του κλασικού σήμερα λεξικού της Κ.Δ., Griechisch-Deutsches Wörterbuch zu den Schriften des Neuen Testaments und der übrigen urchristlichen Literatur
Ernst Loymeyer: υποστήριξε με πειστικό τρόπο ότι το Φιλ 2,6-11 προέρχεται από αρχαίο χριστιανικό ύμνο προγενέστερο του Παύλου. Η θέση του αυτή οδήγησε στη μελέτη μίας σειράς χριστολογικών κειμένων της Κ.Δ. και στον εντοπισμό κι άλλων υμνολογικών κειμένων μέσα στην Κ.Δ. Υποστήριξε επίσης τη διάκριση μεταξύ μίας χριστιανικής ομάδας με κέντρο τη Γαλιλαία και μίας με κέντρο την Ιερουσαλήμ.
Gustav Dalman: σύνδεσε το όνομά του κυρίως με την αρχαιολογία και τη γεωγραφία της Παλαιστίνης. Εξέδωσε επίσης πολλές μελέτες (π.χ. Die Worte Jesu ή Jesus - Jeschua) για τα αραμαϊκά ως γλώσσα του Ιησού και των μαθητών του.
(στην επόμενη ανάρτηση: μελέτες για τα ευαγγέλια, κριτικής κειμένου και άλλα ερευνητικά προγράμματα στο γερμανόφωνο κυρίως χώρο των αρχών του 20ου αι.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου