Κυριακή 8 Μαρτίου 2009

Το νέο τεύχος του HTS

Στο νέο τεύχος του HTS 64:4 (2008), το οποίο είναι αφιερωμένο στην έννοια της βίας, δημοσιεύονται τα ακόλουθα άρθρα βιβλικού ενδιαφέροντος. Καθώς τα περισσότερα από αυτά είναι στα ολλανδικά παραθέτουμε περίληψη στα ελληνικά:

J. Punt, “Geweld in die Nuwe Testament en die Romeinse Ryk: Ambivalensie, andersheid, agentskap” (Violence in the New Testament and the Roman Empire: Ambivalence, othering, agency), 1633-1651
Οι διάφοροι τρόποι και βαθμοί με τους οποίους η Κ.Δ. συνδέεται με την ειρήνη ή το τερματισμό και την απουσία της βίας έχουν αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης. Πρόσφατα κάποιες μελέτες υποστήριξαν ότι τα κείμενα της Κ.Δ. ανέχονταν ή και ενθάρρυναν κάποιες φορές τη βία – θέση που συνοδεύεται από μία σειρά θεωριών που ως σκοπό έχουν να ερμηνεύσουν την παρουσία της βιβλικής βίας. Η αμφισημία της Κ.Δ. όσον αφορά στη βία, ειδικότερα η σχεδόν ταυτόχρονη απόρριψη και ανοχή της βίας, αντικατοπτρίζει την αμφισημία του περιβάλλοντος της Κ.Δ. Οι θέσεις, όσον αφορά στη βία, εντοπίζονται σε διάφορα κείμενα, τα οποία απευθύνονται σε διάφορα κοινωνικοϊστορικά πλαίσια στου ανταγωνιστικού 1ου αι. μ.Χ. και στα οποία κοινός παράγοντας είναι η πανταχού παρουσία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Υποστηρίζεται ότι θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στο αυτοκρατορικό ιστορικό πλαίσιο της Κ.Δ., όσον αφορά στο ζήτημα της βίας, το οποίο παρέχει το σημείο αφετηρίας για την κατανόηση του ποικίλων μηνυμάτων (και των εντάσεων που τα συνοδεύουν) στην Κ.Δ. σχετικά με τη βία.

A. van Aarde, “Paulus se versie van “draai die ander wang” – gedagtes oor geweld en toleransie” (Paul's version of “turning the other cheek” – rethinking violence and tolerance), 1667-1697
Σκοπός του άρθρου είναι να υποστηρίξει ότι η απόρριψη από μέρους του Παύλου της ιδέας της εκδίκησης πρέπει να αντιμετωπισθεί ως το αποτέλεσμα μίας προσωπικής μεταστροφής από έναν αποκαλυπτικό καταστροφικό τρόπο σκέψης - όσον αφορά εκείνους που τον εξοργίζουν- προς μία κατάστασης ανοχής και τελικά «εσωτερικοποίησης της εσχατολογικής ελπίδας». Αντί να επιτιμά ο Παύλος προσευχόταν για εκείνους που του προκαλούσαν προβλήματα. Αυτή η στάση αντιμετωπίζεται ως μία άλλη εκδοχή της παράδοσης του Ιησού ότι κανείς πρέπει να στρέψει και την άλλη σιαγόνα του σε εκείνον που του καταφέρει ένα ράπισμα. Το άρθρο εξηγεί την εκδοχή του Παύλου και την αλλαγή της στάσης απέναντι στη βία χρησιμοποιώντας όρους της θεωρίας του René Girard για τον αποδιοπομπαίο τράγο και τη ρητορική του Παύλου για τη μίμηση, την οποία σταθερά προβάλλει από την 1 Θεσσ μέχρι την τελευταία του επιστολή, την προς Ρωμαίους. Για τον Παύλο ο Ιησούς Χριστός είναι το πρότυπό του. Το ευαγγέλιο του Παύλου για τη συμμετοχή στο παράδειγμα του Ιησού αντίθετα προς τη βία που ασκήθηκε εναντίον του είναι που δημιουργεί το πλαίσιο που βοηθά στην υπέρβαση του κακού.

D.F. Tolmie, “Geweld in Galasiërs?” (Violence in Galatians?), 1698-1714
Μολονότι η προς Γαλάτας προκαλεί το ενδιαφέρον των ερμηνευτών, ο ρόλος τον οποίο διαδραματίζει η βία μέσα σε αυτήν σπάνια έχει συζητηθεί. Στο άρθρο ο συγγραφέας ασχολείται με αυτό το ζήτημα. Το ερώτημα που τίθεται είναι: «μέχρι ποιο σημείο η βία διαδραματίζει κάποιο ρόλο μέσα στην επιστολή και γιατί;» Με σκοπό να δώσει μία απάντηση στο διπλό ερώτημα ο συγγραφέας εξετάζει τρεις πλευρές του ζητήματος: τις άμεσες αναφορές στη βία μέσα στην επιστολή, τη βίαιη ρητορική που χρησιμοποιείται στην Γαλ από τον Παύλος και τέλος το εάν η θεολογία της Γαλ μπορεί να χαρακτηρισθεί ως βίαιη θεολογία.

R. van Houwelingen, “Een godvechter wordt voorvechter“ (A godfighter becomes a fighter for God), 1715-1733
Οι Ποιμαντικές Επιστολές αναφέρονται δύο φορές, με βιογραφική διάθεση, στο θρησκευτικό παρελθόν του Παύλου. Στην 1 Τιμ ο Παύλος χαρακτηρίζεται ως «πρότερον βλάσφημος καὶ διώκτης καὶ ὑβριστὴς» (1,13). Αυτοί οι χαρακτηρισμοί είναι στερεότυποι για έναν «θεομάχο»και είναι γνωστοί τόσο από τη θύραθεν όσο και την ιουδαϊκή γραμματεία της εποχής. Ωστόσο ο Παύλος δεν υπέστη την θεία τιμωρία αλλά δέχθηκε τη χάρη του Θεού. Έτσι έγινε μαχητής του Θεού, ένας υπερασπιστής του Χριστιανισμού. Με βάση αυτό το υπόβαθρο πώς μπορεί το 2 Τιμ 1,3 να δηλώνει για τον ίδιο Παύλο ότι «λατρεύει ἀπὸ προγόνων ἐν καθαρᾷ συνειδήσει» το Θεό; Αυτό μπορεί να θεωρηθεί μια παράξενη ανακολουθία. Η ερμηνεία των δύο δηλώσεων καθιστά ωστόσο σαφές ότι οι Ποιμαντικές Επιστολές προβάλλουν μία συνεπή εικόνα του Παύλου. Έπρεπε να επαναπροσδιορίσει την πίστη του, κάνοντάς το όμως αυτό δεν στράφηκε στη λατρεία κάποια άλλου Θεού αλλά του Θεού των προγόνων του.

E. van Eck, “Jesus en geweld: Markus 12:1-12 (en par) en Thomas 65” (Jesus and violence: Mark 12:1-12 (and par) and Thomas 65), 1735-1765
Ως μία αναπτυγμένη αγροτική (αριστοκρατική) κοινωνία, ο κοινωνικός ιστός της Παλαιστίνης του 1ου αι. στηριζόταν σε εντάσεις μεταξύ της ελίτ (αρχόντων) και των χωρικών (των υπηκόων). Στη βάση αυτών των συγκρούσεων βρίσκονται μη συμβατές μεταξύ τους αξίες (ιδεολογίες). Οι κάτοικοι της Μεσογείου γενικά ήταν ανταγωνιστικοί από τη φύση τους – επομένως πρόθυμοι να εμπλακούν σε φυσική αντιπαράθεση με την παραμικρή πρόκληση. Η βία κατά τον 1ο αι. μ.Χ. ωστόσο ήταν κάτι παραπάνω από μία φυσική σύγκρουση – ήταν ένα καθεστώς βίας. Ποια ήταν η στάση του Ιησού απέναντι στη βία; Μία ιδεολογική-κριτική ανάγνωση του Μκ 12,1-12 (και των παράλληλων) καταδεικνύει ότι οι κανονικές εκδοχές του κειμένου στην παραβολή των εργατών του αμπελώνα –όπου ο Ιησούς ανέχεται τη βία – δε μπορούν να θεωρηθούν ότι αντικατοπτρίζουν τη στάση του ιστορικού Ιησού απέναντι στη βία. Η στάση του Ιησού απέναντι στη βία αντικατοπτρίζεται μάλλον στο ευαγγέλιο του Θωμά 65, όπου ο Ιησούς παρουσιάζεται να επικρίνει κάθε είδους βία. Στη μελέτη επαναλαμβάνεται η ανάγκη ανάγνωσης του κειμένου από την ιδεολογικοκριτική οπτική γωνία ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος εγκλωβισμού του ιστορικού Ιησού μέσα στο κείμενο των ευαγγελίων (Α.Τ.:ο συγγρ. χρησιμοποιεί στην περίληψή του τον αμετάφραστο όρο “gospelizing”).

W.J.C. Weren, “Het gebruik van geweld bij het bestraffen van overspel in Bijbelse teksten (Deuteronomium 22:13-29 en Johannes 7:53-8:11)” [The use of violence in punishing adultery in Biblical texts (Deuteronomy 22:13-29 and John 7:53-8:11)], 1767-1785
Το ενδιαφέρον του συγγραφέα επικεντρώνεται στο ερώτημα σε ποια βαθμό μέσα στα βιβλικά κείμενα η άσκηση βίας θεωρείται θεμιτή κατά την τιμωρία της μοιχείας. Ο συγγρ. συζητά επίσης τη στάση του Ιησού απέναντι στην αυστηρή τιμωρία. Ο Ιησούς συμφωνεί με την ποινή που θέσπισε ο Μωυσής αλλά με την προϋπόθεση ότι καθένας μέσα στην ομάδα των εκτελεστών δεν φέρει ο ίδιος καμία αμαρτία. Καθώς αυτό δε μπορεί να ισχύσει, είναι αδύνατο επίσης να εφαρμοσθεί η ποινή. Ο τρόπος με τον οποίο παρεμβαίνει ο Ιησούς συμφωνεί με τις συζητήσεις που υπάρχουν στην Π.Δ. και στον αρχαίο Ιουδαϊσμό και οι οποίες έχουν ως σκοπό να περιορίσουν την άσκηση βίας κατά την τιμωρία παραπτωμάτων σεξουαλικής φύσης. Στην κατακλείδα ο συγγραφέας ασχολείται με την αξιολόγηση και με το ερώτημα κατά πόσο είναι σχετικά με το θέμα τα δύο βιβλικά κείμενα που συζητήθηκαν στο άρθρο.

J. Verheyden, “Een irenische dialoog met Wim Weren over geweld in Johannes 7:53-8:11” (An irenic dialogue with Wim Weren about violence in John 7:53-8:11), 1787-1791
Στο άρθρο ο συγγραφέας ασχολείται με το άρθρο του Wim Weren στον ίδιο τόμο. Αρχικά συζητά κάποιες ερμηνευτικές προσεγγίσεις του θέματος της βίας στην περικοπή για τη μοιχαλίδα στο Ιω 7,53-8,11. Στη συνέχεια συζητά τη χρήση του Δτν σε αυτό το κείμενο μέσα στο πλαίσιο μίας ρηξικέλευθης νέας αντίληψης του Ιησού για τη βία.

J. van der Watt / K. Kok, „Geweld in 'n evangelie van liefde: Die Evangelie van Johannes se perspektief op geweld teen Jesus en sy dissipels” (Violence in a gospel of love: The perspective of the Gospel of John on violence against Jesus and his disciples), 1793-1812
Αυτό το άρθρο είναι το πρώτο από δύο που πραγματεύονται τη βία στο ευαγγέλιο του Ιωάννη. Σε αυτά επισημαίνονται οι τεχνικές δυσφήμισης σύμφωνα με τις οποίες το status της αντίπαλης ομάδας απορρίπτεται κατηγορηματικά από τους Ιουδαίους από τη μία και από τους οπαδούς του Ιησούς από την άλλη. Υποστηρίζεται ότι το κεντρικό ζήτημα της σύγκρουσης περιστρέφεται γύρω από το ερώτημα: πού είναι παρών ο Θεός; Ανάμεσα στους Ιουδαίους ή ανάμεσα στα μέλη της ομάδας του Ιησού; Η σύγκρουση και η βία στο Ιω θα πρέπει να κατανοηθεί μέσα στο πλαίσιο αυτού του σημαντικού ερωτήματος.

P.B. Decock, “Beeldspraak over oorlog en schepping, geweld en geweldloosheid in de Openbaring van Johannes” (Images of war and creation, violence and nonviolence in the Revelation of John), 1837-1853
Μεγάλο μέρος των βίαιων εικόνων της Αποκάλυψης μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει ως πηγή έμπνευσής του την παράσταση του Θεού ως ουράνιου πολεμιστή που θα νικήσει τις δυνάμεις του χάους, οι οποίες απειλούν τη δημιουργία και θα οδηγήσει την κτίση στην ολοκλήρωσή της. Αυτή η βίαιη στάση συνδέεται με το Θεό και τον αναστημένο Ιησού αν και το προφητικό έργο των εκκλησιών συμμετέχει ως ένα σημείο στη θεϊκή εξουσία και στη βία της (11,5-6). Ωστόσο η νίκη των ανθρώπων επιτυγχάνεται μόνο μέσω της λατρείας του Θεού αντί της λατρείας της λατρείας του Σατανά και του θηρίου και μέσω της προφητικής μαρτυρίας με σκοπό να έρθει για τους κατοίκους του κόσμου η μετάνοια κι έτσι να νικηθεί η αμαρτία, η οποία καταστρέφει τη δημιουργία. Αυτή η ανθρώπινη νίκη καθίσταται δυνατή μέσω του «αίματος του Ιησού» και απαιτείται από τους μαθητές του να συνεχίσουν το έργο του Ιησού μέχρι το τέλος (2,26) ώστε να συμμετάσχουν στη νέα δημιουργία στην οποία ο μεσίτης του Θεού από την αρχή είναι ο Ιησούς (3,14).

P.G.R. de Villiers, “Die ontmaskering van die bose: Eksegetiese perspektiewe op geweld in Openbaring 18” (Exposure of evil: Exegetical perspectives onviolence in Revelation 18), 1855-1893
Στο άρθρο εξετάζεται η βία στο Αποκ 18 από ερμηνευτικής απόψεως εξαιτίας της σημαντικής θέσης που καταλαμβάνει στη σύγχρονη συζήτηση για τη βία στην Κ.Δ. Αρχικά ο συγγρ. πραγματεύεται τη σύνθετη σημασία της βίας σε σχέση μάλιστα με την πολύπλοκη δομή του βιβλίου στο σύνολό του και αυτού του κεφαλαίου ειδικότερα. Υποστηρίζει ότι αντίθετα με ό,τι συνήθως λέγεται στη σύγχρονη έρευνα για το Αποκ 18, το κεφάλαιο έχει μια προσεκτική δομή οργανωμένη σε κύκλους στην οποία τα συστατικά στοιχεία της καθορίζουν με αποφασιστικό τρόπο τη σημασία του και στην οποία η βία είναι ένα σημαντικό μοτίβο. Ο συγγρ. αναλύει επίσης πώς το υπόλοιπο κείμενο επιβεβαιώνει τις συγγραφικές ικανότητες του συγγραφέα του και την στρωτή δομή του Αποκ 18 ως ενός κειμένου για μια βίαιη πόλη. Επίσης καταδεικνύεται πώς διαφορετικά στοιχεία μέσα σε ένα κείμενο κατά έναν ειρωνικό τρόπο μπορούν να σκιαγραφήσουν την πτώση της βίαιης πόλης της Βαβυλώνας και τις αιτίες γι’ αυτό. Σκιαγραφεί επίσης τον τρόπο με τον οποίο οι συνέπειες της πτώσης της Βαβυλώνας αναπτύσσονται από μία γήινη και μία θεϊκή οπτική. Σε όλα αυτά τα διαφορετικά μέρη καθίσταται σαφής η εμφανής θέση της βίας.

T. Nicklas, “Vom Umgang mit biblischen Texten in antisemitischen Kontexten” (The Bible in anti-Semitic contexts), 1895-1921
Ο συγγρ. επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στη χρήση και παράχρηση των κειμένων της Κ.Δ. κατά την εποχή του Εθνικοσοσιαλισμού. Μετά τον ορισμό των κεντρικών εννοιών περιγράφει πώς οι αντισημίτες συγγραφείς ερμήνευσαν τα βιβλικά κείμενα. Στη συνέχεια δίνει μια γενική περιγραφή των συγγραφέων που προσπάθησαν να αποδείξουν τις άρειες καταβολές του Ιησού και την αντι-ιουδαϊκή του στάση (π.χ. τη λεγόμενη “Pantherathesis”). Στη συνέχεια εξηγεί πώς (και γιατί) ο Παύλςο θεωρήθηκε «πολύ Ιουδαίος» από το Γ΄ Ράιχ και εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο η ερμηνεία των Ναζί εξακολουθεί να επηρεάζει. Τέλος καταλήγει με μία επισκόπηση των εξελίξεων σήμερα όσον αφορά στο ζήτημα.

H.G.R. de Villiers, “Hermeneutiese perspektiewe op geweld in die Nuwe Testament” (Hermeneutical perspectives on violence in the NewTestament), 1923-1951
Στο άρθρο εξετάζονται οι ερμηνευτικές προσεγγίσεις του θέματος της βίας στην Κ.Δ., όπως αυτές εμφανίζονται στα άρθρα του παρόντος τόμου και στις καινοδιαθηκικές σπουδές γενικότερα. Αντιπαραθέτει την παραδοσιακή αντίληψη για την Κ.Δ. ως βιβλίο της ειρήνης με τη σύγχρονη κατανόηση της βίαιης φύσης της. Ακολουθεί μία συζήτηση της πολύπλευρης φύσης τόσο της αντίληψης περί ειρήνης όσο κι εκείνης περί βίας και των διαφόρων μορφών με τις οποίες αυτές εκφράζονται. Μετά την ανάλυση της σχέσης μεταξύ της βίας και των εναλλακτικών μορφών της, περιγράφονται οι διάφορες μορφές βίας με όρους της σχέσης τους προς τις υπαρξιακές πραγματικότητες. Ακολουθούν παρατηρήσεις για τη διατύπωση μίας ικανοποιητικής μεθοδολογίας μελέτης της βάις, του τρόπου με τον οποίο η βία αντιμετωπίζεται στα κείμενα της Κ.Δ. και τέλος προτείνονται τρις δυνατές ερμηνείες της φύσης της βίας.

2 σχόλια:

Ελένη Λιντζαροπούλου είπε...

Πολύ ενδιαφέρουσα ανάρτηση για άλλη μια φορά.

Σε "παρακολουθώ", αν και τα Βιβλικά δεν είναι το αντικείμενό μου...

Να είσαι καλά.

Tsalampouni Ekaterini είπε...

Αγαπητή Big Mama, ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια και για την "παρακολούθηση". Επισκέπτομαι κι εγώ τα ιστολόγιά σου. Μου αρέσει η καυστική προσέγγιση από μέρους σου της ιστορίας.