Μήπως ο όρος performance είναι καλύτερο να αποδοθεί ως «('θεατρική') απόδοση»; O όρος «επιτέλεση» δεν λέει και πολλά πράγματα στα ελληνικά, εκτός κι αν το περιεχόμενο του τόμου έχει να προτείνει κάτι πολύ εξειδικευμένο...
Ευχαριστώ για την παρέμβαση, θα μου επιτρέψετε όμως να διαφωνήσω μαζί σας. Από όσο γνωρίζω ο όρος performance αποδίδεται συνήθως με τον όρο επιτέλεση σε συνάφειες όπως η σχετική στο άρθρο και καλύπτει ευρύτερο φάσμα εννοιών από εκείνο της θεατρικής απόδοσης, Μια λατρευτική επιτέλεση αδικείται αν την περιορίσουμε μόνο στη θεατρικότητα.
Ευχαριστούμε για τη διασάφηση. Η δική μου πρόταση είχε τον προσδιορισμό «θεατρική» εντός παρενθέσεως και εισαγωγικών και αποσκοπούσε στην όποια προσπάθεια επεξήγησης του όρου «απόδοση». Από τα όσα λέτε, να υποθέσουμε ότι το βιβλίο αναφέρεται, πέραν της προφορικότητας, και στη λατρευτική ζωή του αρχέγονου χριστιανισμού, ή καλύτερα στη σχέση των δύο αυτών στοιχείων... Πάντως, νομίζω ότι θα συμφωνείτε, ο όρος performance δεν είναι εύκολο να αποδοθεί στα ελληνικά. Είναι χαρακτηριστικός και ο σχετικός με το κήρυγμα τίτλος πρόσφατου βιβλίου στα ελληνικά (Ιωσήφ Βιβιλάκη, Το κήρυγμα ως performance...), όπου ο εν λόγω όρος δεν αποδόθηκε στη γλώσσας μας... Σε κάθε περίπτωση σας ευχαριστώ για την απάντησή σας.
Θα μου επιτρέψετε να παρέμβω σε ό,τι έχει να κάνει με τον όρο "performance". Από καθαρά λεξιλογική οπτική ο πρώτος ορισμός της λέξης, στα αγγλικά πάντα και σύμφωνα με το λεξικό της Οξφόρδης ως performance ορίζεται: An act of presenting a play, concert, or other form of entertainment (ορισμός που μας βοηθά να κατανοήσουμε πως η λέξη δεν αφορά μόνο σε θεατρικές εκφράσεις) και έπειτα από τους διάφορους επιπλέον ορισμούς που παρατίθονται δίνεται και ο ορισμός της λέξης που αφορά στη γλωσσολογία:also linguistic performance)An individual’s use of a language, i.e. what a speaker actually says, including hesitations, false starts, and errors. Σύμφωνα πάλι με την Πύλη για την Ελληνική γλώσσα και τη γλωσσική εκπαίδευση η "Γλωσσική Επιτέλεση [linguistic performance] που αποδίδεται στα ελληνικά και ως γλωσσική πλήρωση/πραγμάτωση, ορίζεται ως η διαδικασία και το αποτέλεσμα της χρήσης της γλώσσας, ως η ίδια η γλωσσική συμπεριφορά, που υπαγορεύεται και οργανώνεται με βάση μια υποκείμενη γραμματική γνώση ή ένα αφηρημένο γλωσσικό σύστημα αλλά επηρεάζεται και από άλλους εξωτερικούς παράγοντες. O όρος αναφέρεται σε προφορικά εκφωνήματα και γραπτά κείμενα που παράγονται από τους φυσικούς ομιλητές των γλωσσών σε ορισμένες χωροχρονικές συνθήκες και ταυτίζεται με τη σωσυριανή ομιλία / parole. Πρόκειται για την εξωτερική, υλοποιημένη, ανοιχτή στην παρατήρηση πλευρά της γλώσσας, που αντιπαραβάλλεται σε μια πιο εσωτερική, αφηρημένη πλευρά (τη γλωσσική ικανότητα του ατομικού ομιλητή κατά τον Chomsky, το αφηρημένο γλωσσικό σύστημα που μοιράζονται οι ομιλητές μιας γλωσσικής κοινότητας κατά τον Saussure).". Το γεγονός πως ο όρος έχει παρατεθεί ακέραιος στην έκδοση του συγκεκριμένου βιβλίου εικάζω πως μάλλον οφείλεται στο γεγονός πως είναι πιο catchy μιας και ο συγκεκριμένος όρος έχει, ήδη, μεταφραστεί σε ελληνόγλωσσες εκδόσεις πονημάτων από επιστήμονες του χώρου που έχουν χρόνια ασχοληθεί με το αντικείμενο όπως:Επιτελεστική πολιτική και κριτική της κρατικής βίας της Τζούντιθ Μπάτλερ, η οποία εισηγήθηκε και τον όρο ακολουθώντας τη θεωρία του J.L. Austin για τις performative utterances (επιτελεστικές εκφορές). Τέλος, για να μην δημιουργηθούν παρεξηγήσεις σχετικά με το ποιός είναι τελικά ο δόκιμος όρος, πλήρωση ή επιτέλεση, παραθέτω σχετικό άρθρο του Γ. Μπαμπινιώτη στο οποίο αναλύονται και αποδίδονται οι σχετικές έννοιες http://www.babiniotis.gr/wmt/userfiles/File/h_glwssa_ws_a3ia_eisagwgh.pdf
4 σχόλια:
Μήπως ο όρος performance είναι καλύτερο να αποδοθεί ως «('θεατρική') απόδοση»; O όρος «επιτέλεση» δεν λέει και πολλά πράγματα στα ελληνικά, εκτός κι αν το περιεχόμενο του τόμου έχει να προτείνει κάτι πολύ εξειδικευμένο...
Ευχαριστώ για την παρέμβαση, θα μου επιτρέψετε όμως να διαφωνήσω μαζί σας. Από όσο γνωρίζω ο όρος performance αποδίδεται συνήθως με τον όρο επιτέλεση σε συνάφειες όπως η σχετική στο άρθρο και καλύπτει ευρύτερο φάσμα εννοιών από εκείνο της θεατρικής απόδοσης, Μια λατρευτική επιτέλεση αδικείται αν την περιορίσουμε μόνο στη θεατρικότητα.
Ευχαριστούμε για τη διασάφηση. Η δική μου πρόταση είχε τον προσδιορισμό «θεατρική» εντός παρενθέσεως και εισαγωγικών και αποσκοπούσε στην όποια προσπάθεια επεξήγησης του όρου «απόδοση». Από τα όσα λέτε, να υποθέσουμε ότι το βιβλίο αναφέρεται, πέραν της προφορικότητας, και στη λατρευτική ζωή του αρχέγονου χριστιανισμού, ή καλύτερα στη σχέση των δύο αυτών στοιχείων... Πάντως, νομίζω ότι θα συμφωνείτε, ο όρος performance δεν είναι εύκολο να αποδοθεί στα ελληνικά. Είναι χαρακτηριστικός και ο σχετικός με το κήρυγμα τίτλος πρόσφατου βιβλίου στα ελληνικά (Ιωσήφ Βιβιλάκη, Το κήρυγμα ως performance...), όπου ο εν λόγω όρος δεν αποδόθηκε στη γλώσσας μας... Σε κάθε περίπτωση σας ευχαριστώ για την απάντησή σας.
Θα μου επιτρέψετε να παρέμβω σε ό,τι έχει να κάνει με τον όρο "performance". Από καθαρά λεξιλογική οπτική ο πρώτος ορισμός της λέξης, στα αγγλικά πάντα και σύμφωνα με το λεξικό της Οξφόρδης ως performance ορίζεται: An act of presenting a play, concert, or other form of entertainment (ορισμός που μας βοηθά να κατανοήσουμε πως η λέξη δεν αφορά μόνο σε θεατρικές εκφράσεις) και έπειτα από τους διάφορους επιπλέον ορισμούς που παρατίθονται δίνεται και ο ορισμός της λέξης που αφορά στη γλωσσολογία:also linguistic performance)An individual’s use of a language, i.e. what a speaker actually says, including hesitations, false starts, and errors. Σύμφωνα πάλι με την Πύλη για την Ελληνική γλώσσα και τη γλωσσική εκπαίδευση η "Γλωσσική Επιτέλεση [linguistic performance] που αποδίδεται στα ελληνικά και ως γλωσσική πλήρωση/πραγμάτωση, ορίζεται ως η διαδικασία και το αποτέλεσμα της χρήσης της γλώσσας, ως η ίδια η γλωσσική συμπεριφορά, που υπαγορεύεται και οργανώνεται με βάση μια υποκείμενη γραμματική γνώση ή ένα αφηρημένο γλωσσικό σύστημα αλλά επηρεάζεται και από άλλους εξωτερικούς παράγοντες. O όρος αναφέρεται σε προφορικά εκφωνήματα και γραπτά κείμενα που παράγονται από τους φυσικούς ομιλητές των γλωσσών σε ορισμένες χωροχρονικές συνθήκες και ταυτίζεται με τη σωσυριανή ομιλία / parole. Πρόκειται για την εξωτερική, υλοποιημένη, ανοιχτή στην παρατήρηση πλευρά της γλώσσας, που αντιπαραβάλλεται σε μια πιο εσωτερική, αφηρημένη πλευρά (τη γλωσσική ικανότητα του ατομικού ομιλητή κατά τον Chomsky, το αφηρημένο γλωσσικό σύστημα που μοιράζονται οι ομιλητές μιας γλωσσικής κοινότητας κατά τον Saussure).". Το γεγονός πως ο όρος έχει παρατεθεί ακέραιος στην έκδοση του συγκεκριμένου βιβλίου εικάζω πως μάλλον οφείλεται στο γεγονός πως είναι πιο catchy μιας και ο συγκεκριμένος όρος έχει, ήδη, μεταφραστεί σε ελληνόγλωσσες εκδόσεις πονημάτων από επιστήμονες του χώρου που έχουν χρόνια ασχοληθεί με το αντικείμενο όπως:Επιτελεστική πολιτική και κριτική της κρατικής βίας της Τζούντιθ Μπάτλερ, η οποία εισηγήθηκε και τον όρο ακολουθώντας τη θεωρία του J.L. Austin για τις performative utterances (επιτελεστικές εκφορές). Τέλος, για να μην δημιουργηθούν παρεξηγήσεις σχετικά με το ποιός είναι τελικά ο δόκιμος όρος, πλήρωση ή επιτέλεση, παραθέτω σχετικό άρθρο του Γ. Μπαμπινιώτη στο οποίο αναλύονται και αποδίδονται οι σχετικές έννοιες http://www.babiniotis.gr/wmt/userfiles/File/h_glwssa_ws_a3ia_eisagwgh.pdf
Δημοσίευση σχολίου