Στο δεύτερο μέρος θα παρουσιάσουμε τον τρόπο που ο απόστολος Παύλος εφαρμόζει τις θεολογικές αρχές που έθεσε στα 12-13 για την επίλυση ενός συγκεκριμένου προβλήματος, εκείνου δηλ. της πρόκρισης του χαρίσματος της γλωσσολαλίας έναντι των υπολοίπων χαρισμάτων στην εκκλησιαστική κοινότητα της Κορίνθου.
Από όσα λέει ο Παύλος σχετικά με το χάρισμα, το οποίο ονομάζει "γλῶσσαι" ή "γλώσσαις λαλεῖν", προκύπτουν τα εξής ενδιαφέροντα στοιχεία: α) το φαινόμενο των γλωσσών φαίνεται ότι ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένο στην κοινότητα της Κορίνθου, όπως βεβαιώνει η συνεχής αναφορά σε αυτό μέσα στα κεφ. 13 και 14 και λάμβανε χώρα κατά τις λατρευτικές συνάξεις της κοινότητας, β) σε αυτές τις συνάξεις παρόντες ήταν επίσης μη χριστιανοί, γ) συχνά όσοι κατείχαν αυτό το χάρισμα "ἐλάλουν γλώσσαις" χωρίς όμως να υπάρχει ταυτόχρονα και κάποιος που θα μπορούσε να τους διερμηνεύσει, με αποτέλεσμα οι λόγοι τους να είναι ακατανόητοι για τους παρευρισκόμενους και δ) φαίνεται ότι στην κοινότητα της Κορίνθου υπήρχε μια μορφή ιεράρχησης και ανταγωνισμού μεταξύ των χαρισμάτων της προφητείας και των γλωσσών.
Το φαινόμενο των γλωσσών (ή της γλωσσολαλίας) αποτελεί ένα μεγάλο ερμηνευτικό πρόβλημα, το οποίο δεν έχει ακόμη βρει ικανοποιητική λύση. Ο τρόπος που ο απόστολος χρησιμοποιεί τους όρους "γλῶσσαι" και "γλώσσαις λαλεῖν" αφήνει να εννοηθεί ότι πρόκειται για φαινόμενο γνωστό στους αναγνώστες του έτσι ώστε να μην είναι αναγκαίο να δοθούν ιδιαίτερες εξηγήσεις κι ότι μάλλον οι δύο αυτοί όροι λειτουργούν ως termini technici. Από τις ελάχιστες ωστόσο πληροφορίες, που έμμεσα παρέχει ο Παύλος, προκύπτει ότι οι γλώσσες είναι: α) ακατανόητος λόγος (14, 2. 7-11), β) λόγος προσευχής που απευθύνεται στο Θεό με περιεχόμενο την ευχαριστία και γι' αυτό έχει μάλλον ιδιωτικό χαρακτήρα (14, 2. 15), ότι γ) είναι απαραίτητη η παρουσία ενός διερμηνέα (14, 27), ο οποίος μάλιστα σύμφωνα με το στ. 13 μπορεί να είναι κι ο ίδιος ο "γλώσσαις λαλῶν" αν και η διερμηνεία (ἑρμηνεία γλωσσῶν) είναι ξεχωριστό χάρισμα (12, 10).
Ορισμένοι ερμηνευτές το συνδέουν με ανάλογα εκστατικά και ενθουσιαστικά φαινόμενα του ελληνορωμαϊκού κόσμου και κυρίως με λατρείες, όπως εκείνες του Διονύσου ή της Κυβέλης (και κάποιοι και με την Πυθία), οι οποίες ήταν διαδεδομένες στον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Εκτός από τις πληροφορίες που αντλούν από κείμενα της εποχής της Κ.Δ. οι υποστηρικτές αυτής της θέσης παραπέμπουν στη λέξη "μαίνεσθαι" (στ. 23), λέξη που απαντά στις εκστατικές λατρείες, με την οποία ο απόστολος περιγράφει την εντύπωση που προφανώς προκαλούσε σε ξένους προς την εκκλησιαστική κοινότητα το φαινόμενο της γλωσσολαλίας αλλά και στο περιεχόμενο του ακατάληπτου "ἐν γλώσσαις" λόγου που ήταν η αποκάλυψη μυστηρίων. Το ερώτημα ωστόσο, που μπορεί να τεθεί, είναι κατά πόσο ο "λαλῶν γλώσσαις" έχανε τον έλεγχο των λόγων και των πράξεών του. Από όσα διαβάζουμε στο 14ο κεφ. φαίνεται ότι ο "ἐν γλώσσαις" λόγος δε στερούνταν τελικά νοήματος, αλλά μπορούσε να μεταφραστεί στη γλώσσα των παρευρισκομένων κι επομένως με αυτόν τον τρόπο να ελεγχθεί. Επιπλέον στο κείμενο υπάρχουν κάποιοι υπαινιγμοί ότι ο λαλῶν γλώσσαις είχε τον έλεγχο της κατάστασης, αφού μπορούσε σε κάποιες περιπτώσεις ο ίδιος να διερμηνεύει τα λεγόμενά του.
Κάποιιοι άλλοι πάλι ταυτίζουν το φαινόμενο με τις "γλῶσσες τῶν ἀγγέλων, για τις οποίες γίνετα λόγος στο 13,1 και οι οποίες είναι γνωστές επίσης από την ιουδαϊκή γραμματεία (βλ. Διαθ. Ιώβ 48-52, 1ος αι. π.Χ.: οι κόρες του Ιώβ ομιλούν "τῇ ἀγγελικῇ διαλέκτῳ", 48,3). Το γεγονός όμως ότι ο απόστολος φαίνεται να συνδέει τη γλωσσολαλία με την "παιδική" πνευματική ηλικία (13, 8 εξ.) αφήνει να εννοηθεί ότι θα καταργηθεί κατά την Παρουσία, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι μολονότι τα δύο φαινόμενα μπορεί να παρουσιάζουν ομοιότητες, δεν πρέπει όμως να ταυτίζονται απόλυτα.
Σύμφωνα τέλος με μέρος της πατερικής παράδοσης οι "γλῶσσαι" συνδέονται με το φαινόμενο των "ἑτέρων γλωσσῶν" κατά την ημέρα της Πεντηκοστής (Πρξ 2, 4). Η θέση αυτή ήταν ευρέως αποδεκτή στη Δύση μέχρι τη Μεταρρύθμιση και υποστηρίζεται σήμερα από αρκετούς ερμηνευτές. Τα επιχειρήματα που προβάλλει αυτή η πλευρά είναι: α) η χρήση του όρου "γλῶσσα" που κατανοείται με τη σημασία της ξένης γλώσσας, β) η χρήση του όρου "διερμηνεύειν" που μπορεί να αποδοθεί ως "μεταφράζω", γ) η σύνδεση που κάνει ο απ. Παύλος στο 14, 11 μεταξύ "φωνῆς" και της κατάστασης του "βαρβάρου" και δ) η παράθεση του Ησ 28, 11, στο στ. 21, στην οποία γίνεται λόγος για "ἑτερογλώσσους". Αρκετοί όμως σύγχρονοι ερμηνευτές παρατηρούν: α) στην περίπτωση των Πρξ η έμφαση βρίσκεται στο ότι οι παρευρισκόμενοι άκουγαν στη γλώσσα τους το κήρυγμα των αποστόλων κι όχι στην ομιλία, β) ο όρος "διερμηνεύειν" δεν είναι πάντοτε απαραίτητο να σημαίνει "μεταφράζω", γ) από όσα λέει ο απόστολος σχετικά με αυτό το χάρισμα μάλλον η έμφαση έγκειται στο ακατανόητο και ασχημάτιστο της ομιλίας, το οποίο θυμίζει τη χασμωδία και το θόρυβο των ασυγχρόνιστων μουσικών οργάνων (στ. 7-8) και δ) η αναφορά στο χωρίο του Ησαΐα δεν είναι υποχρεωτικό από τη συνάφεια των λεγομένων του Παύλου να δηλώνει την ομιλία ξένων γλωσσών.
Είναι φανερό ότι το ακριβές περιεχόμενο των "ἐν γλώσσαις λόγων" παραμένει αδιευκρίνιστο, όπως ασαφής παραμένει κι ο ακριβής τρόπος εκδήλωσής του μέσα στις λατρευτικές συνάξεις. Αυτό που μπορεί να σημειωθεί με βεβαιότητα είναι ότι, όπως προκύπτει από το στ. 14, ο Παύλος διαβλέπει τον κίνδυνο να συνδεθεί το χάρισμα της γλωσσολαλίας με παρόμοια τουλάχιστον ως προς την εκφορά τους φαινόμενα του περιβάλλοντος της κοινότητας (σε αυτά φαίνεται να παραπέμπει ο όρος "μαίνεσθαι" αλλά και η αναφορά του Παύλου στο ειδωλολατρικό παρελθόν των Κορινθίων), κάτι το οποίο ο απόστολος θέλει οπωσδήποτε να αποτρέψει γι' αυτό το λόγο σπεύδει να ελέγξει την κατάσταση α) περιορίζοντας στο στ. 27 τον αριθμό όσων θα μιλούν "γλώσσῃ" κατά τις συνάξεις σε δύο ή το πολύ τρεις και β) προβάλλοντας ως μείζον της γλωσσολαλίας το χάρισμα της προφητείας. Οι λόγοι που ο απόστολος προκρίνει την προφητεία έναντι των γλωσσών παρατίθενται στο κεφ. 14 σε αντιπαραβολή προς το χάρισμα των γλωσσών: α) είναι μια αποκάλυψη που την παρέχει ο Θεός, β) είναι κατανοητός λόγος κι όχι εκστατικός και ακατανόητος, γ) μπορεί και πρέπει να ελέγχεται το περιεχόμενό της από την κοινότητα (με αυτό ίσως συνδέονται και οι διακρίσεις πνευμάτων), δ) είναι δωρεά του Θεού που πρέπει να την επιζητούν οι πιστοί, ε) σκοπό έχει την οικοδομή, την παράκληση και την παραμυθία της κοινότητας και ε) συμβάλλει στο ιεραποστολικό έργο της εκκλησίας.
Παρακολουθώντας την επιχειρηματολογία του αποστόλου καθίσταται σαφές ότι τρεις είναι οι βασικές προϋποθέσεις, τις οποίες θεωρεί ότι πρέπει να πληρούν τα χαρίσματα που εκδηλώνονται στις συνάξεις της κοινότητας: η πρώτη και μείζων προϋπόθεση είναι η αγάπη, η οποία σύμφωνα με τα όσα λέγοντα στους πρώτους στ. του 13ου κεφ. είναι αυτή που δίνει περιεχόμενο και αξία σε κάθε χάρισμα των μελών της εκκλησίας, η δεύτερη προϋπόθεση είναι το κατά πόσο όλα τα χαρίσματα των μελών συμβάλλουν στην οικοδομή του σώματος κι εξασφαλίζουν επομένως την ενότητά του και το τρίτο είναι το κατά πόσο αυτά στηρίζουν το έργο του ευαγγελισμού και της μαρτυρίας προς τους έξωθεν της εκκλησίας. Η γλωσσολαλία παρά τον εντυπωσιακό της χαρακτήρα κι ίσως μια κάποια γοητεία, που μπορεί να ασκούσε στους μη χριστιανούς επισκέπτες των χριστιανικών συνάξεων, δεν πληροί τη βασική προϋπόθεση της οικοδομής, καθώς παραμένει τελικά προσωπική υπόθεση μεταξύ του "λαλοῦντος γλώσσαις" και του Θεού.
Για τον απόστολο Παύλος ο λόγος της εκκλησίας δε μπορεί σε καμιά περίπτωση να περιορισθεί σε ένα μονόλογο, έστω εντυπωσιακό, πλην όμως καταδικασμένο σε εσωστρέφεια, αλλά οφείλει να είναι ένας λόγος οικοδομής, παραμυθίας και παρακλήσεως των μελών της και λόγος μαρτυρίας προς τους έξωθεν. Κι αυτό αποτελεί πρόκληση και κριτήριο αξιοποίησης των χαρισμάτων, που πάντοτε ενεργούνται εν αγίῳ Πνεύματι όχι μόνο για τους χριστιανούς της Κορίνθου αλλά και για τα μέλη του σώματος της Εκκλησίας του σήμερα.
1 σχόλιο:
Να προσθέσω ότι υπάρχουν δύο προσεγγίσεις για τη "γλωσσολαλιά" των Κορινθίων, πιο εκλαϊκευμένες από πρώην προτεστάντες,νυν Ορθοδόξους
Η πρώτη είναι του π. Αλεξίου Καρακαλλινού στο βιβλίο του ΕΝ ΕΙΡΗΝΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΔΕΗΘΩΜΕΝ
( http://ierapostoli.wordpress.com/2010/05/22/orthodox_holyspirit/ )
και η δεύτερη το βάπτισμα του Αγίου Πνεύματος.
( http://www.oodegr.com/oode/biblia/baptpn1/perieh.htm )
Θα ήταν χρήσιμο να γίνει μια πιο εμπεριστατωμένη μελέτη, από τη στιγμή που σε όλο το κόσμο δημιουργούνται καθημερινά εκατοντάδες τέτοιες "χαρισματικές εκκλησίες" που προβάλλουν μια "γλωσσολαλιά" με επανάληψη φθόγγων και άναρθρες κραυγές, με τη συνοδεία έντονης μουσικής και υποβολής...Η Ορθόδοξη Θεολογία,μέσω των Πατερικών Σπουδών,έχει χρέος να φωτίσει και αυτή την πτυχή της πρωτοχριστιανικής Εκκλησίας. Σας ευχαριστούμε.
Δημοσίευση σχολίου